Ουράντια βιβλίο - ΕΓΓΡΑΦΟ 136. Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΕΡΕΣ



DOWNLOADS ➔   DOWNLOAD  PDF   PDF w/English 

Ουράντια βιβλίο   

ΜΕΡΟΣ ΙV. Η ΖΩΉ ΚΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΊΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΎ



   ΕΓΓΡΑΦΟ 136. Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΕΡΕΣ

Paper 136
Baptism and the Forty Days

    Ο Ιησούς άρχισε το δημόσιο έργο του, όταν το λαϊκό ενδιαφέρον για το κήρυγμα του Ιωάννη βρισκόταν στα ύψη και την στιγμή που οι Εβραίοι της Παλαιστίνης περίμεναν με ανυπομονησία για την εμφάνιση του Μεσσία. Υπήρχε μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον Ιωάννη και στον Ιησού. Ο Ιωάννης ήταν ένας πρόθυμος και ένθερμος εργάτης, ενώ ο Ιησούς ήταν ένας ήρεμος και χαρούμενος εργαζόμενος¨ πολύ λίγες στιγμές σε όλη την ζωή του βιαζόταν. Ο Ιησούς έδινε θάρρος και παρηγοριά στον κόσμο και έδινε και κάποιο παράδειγμα με την ζωή του¨ ο Ιωάννης δεν ήταν καθόλου παράδειγμα ή ενθαρρυντικός. Κήρυσσε για την βασιλεία των ουρανών μα ποτέ ο ίδιος δεν δοκίμασε την ευτυχία. Παρόλο που ο Ιησούς έλεγε για τον Ιωάννη ότι ήταν ο σπουδαιότερος προφήτης της παλαιάς τάξης, επίσης έλεγε ότι ο μικρότερος από εκείνους που θα έβλεπαν το μεγάλο φως του νέου δρόμου και έμπαινε έτσι στην βασιλεία των ουρανών, θα ήταν ακόμα πιο σπουδαίος και από τον Ιωάννη.
136:0.1 (1509.1) JESUS began his public work at the height of the popular interest in John’s preaching and at a time when the Jewish people of Palestine were eagerly looking for the appearance of the Messiah. There was a great contrast between John and Jesus. John was an eager and earnest worker, but Jesus was a calm and happy laborer; only a few times in his entire life was he ever in a hurry. Jesus was a comforting consolation to the world and somewhat of an example; John was hardly a comfort or an example. He preached the kingdom of heaven but hardly entered into the happiness thereof. Though Jesus spoke of John as the greatest of the prophets of the old order, he also said that the least of those who saw the great light of the new way and entered thereby into the kingdom of heaven was indeed greater than John.
    Όταν ο Ιωάννης κήρυσσε για το επερχόμενο βασίλειο, το βάρος του μηνύματός του ήταν: Μετανοείτε! Σωθείτε από την οργή που έρχεται. Όταν ο Ιησούς άρχισε να κηρύσσει, παρέμενε η προτροπή για μετάνοια, αλλά αυτό το μήνυμα πάντα τα ακολουθούσε το ευαγγέλιο, τα καλά νέα της χαράς και της ελευθερίας του νέου βασιλείου.
136:0.2 (1509.2) When John preached the coming kingdom, the burden of his message was: Repent! flee from the wrath to come. When Jesus began to preach, there remained the exhortation to repentance, but such a message was always followed by the gospel, the good tidings of the joy and liberty of the new kingdom.

1. ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟ ΜΕΣΣΙΑ

1. Concepts of the Expected Messiah

    Οι Εβραίοι είχαν πολλές ιδέες για τον αναμενόμενο απελευθερωτή, και κάθε μια από αυτές τις διαφορετικές σχολές Μεσσιανικής διδασκαλίας ήταν ικανή να αναφέρεται σε δηλώσεις μέσα από τις Εβραϊκές γραφές, σαν απόδειξη για τις θεωρίες της. Κατά ένα γενικό τρόπο, οι Εβραίοι θεωρούσαν ότι η εθνική τους ιστορία άρχιζε από τον Αβραάμ και μεσουρανούσε στον Μεσσία και στην νέα εποχή της βασιλείας του Θεού. Νωρίτερα είχαν οραματιστεί τον απελευθερωτή αυτόν σαν «υπηρέτη του Κυρίου,» έπειτα σαν «Υιό του Ανθρώπου,» ενώ αργότερα κάποιοι αναφερόντουσαν στον Μεσσία σαν «Υιό του Θεού». Αλλά άσχετα με το αν τον αποκαλούσαν «σπόρο του Αβραάμ» ή «ο γιος του Δαβίδ», όλοι συμφωνούσαν ότι θα ήταν ο Μεσσίας, ο «χρισμένος». Έτσι οι αντιλήψεις είχαν εξελιχτεί από «υπηρέτης του Κυρίου» σε «υιό του Δαβίδ», «Υιό του Ανθρώπου», και «Υιό του Θεού».
136:1.1 (1509.3) The Jews entertained many ideas about the expected deliverer, and each of these different schools of Messianic teaching was able to point to statements in the Hebrew scriptures as proof of their contentions. In a general way, the Jews regarded their national history as beginning with Abraham and culminating in the Messiah and the new age of the kingdom of God. In earlier times they had envisaged this deliverer as “the servant of the Lord,” then as “the Son of Man,” while latterly some even went so far as to refer to the Messiah as the “Son of God.” But no matter whether he was called the “seed of Abraham” or “the son of David,” all were agreed that he was to be the Messiah, the “anointed one.” Thus did the concept evolve from the “servant of the Lord” to the “son of David,” “Son of Man,” and “Son of God.”
    Τις μέρες του Ιωάννη και του Ιησού οι πιο μορφωμένοι Εβραίοι είχαν αναπτύξει την ιδέα του επερχόμενου Μεσσία σαν τον τελειοποιημένο και αντιπροσωπευτικό Ισραηλίτη, που συνδύαζε σαν «υπηρέτης του Κυρίου» την τριπλή υπηρεσία του προφήτη, του ιερέα, και του βασιλέα.
136:1.2 (1509.4) In the days of John and Jesus the more learned Jews had developed an idea of the coming Messiah as the perfected and representative Israelite, combining in himself as the “servant of the Lord” the threefold office of prophet, priest, and king.
    Οι Εβραίοι πίστευαν πραγματικά ότι, όπως ο Μωυσής είχε απελευθερώσει τους πατέρες τους από τον Αιγυπτιακό ζυγό με θαύματα, έτσι και ο αναμενόμενος Μεσσίας θα απελευθέρωνε τους Εβραίους από την Ρωμαϊκή κυριαρχία με ακόμα μεγαλύτερα θαύματα δύναμης και φυλετικού θριάμβου. Οι ραββίνοι είχαν συλλέξει σχεδόν πεντακόσια κομμάτια από τις Γραφές που, παρά τις προφανείς αντιφάσεις τους, διαβεβαίωναν τις προφητείες για τον αναμενόμενο Μεσσία. Και μέσα σε όλες αυτές τις λεπτομέρειες για τον χρόνο, την τεχνική, και την λειτουργία, σχεδόν έχαναν εντελώς την προσωπικότητα του υποσχόμενου Μεσσία. Έψαχναν για την αποκατάσταση της Εβραϊκής εθνικής δόξας—την κοσμική εξύψωση του Ισραήλ—παρά για την σωτηρία του κόσμου. Έτσι είναι φανερό γιατί ο Ιησούς από την Ναζαρέτ ποτέ δεν θα ικανοποιούσε αυτή την υλιστική Μεσσιανική αντίληψη του Ιουδαϊκού νου. Πολλές από τις φημισμένες Μεσσιανικές προβλέψεις, αν είχαν δει αυτές τις προφητείες κάτω από διαφορετικό φως, θα είχαν πολύ φυσικά προετοιμάσει το μυαλό τους για την αναγνώριση του Ιησού σαν τον ολοκληρωτή την μιας εποχής και τον εγκαινιαστή μιας νέας και καλύτερης εποχής απονομής ελέους και σωτηρίας όλων των εθνών.
136:1.3 (1509.5) The Jews devoutly believed that, as Moses had delivered their fathers from Egyptian bondage by miraculous wonders, so would the coming Messiah deliver the Jewish people from Roman domination by even greater miracles of power and marvels of racial triumph. The rabbis had gathered together almost five hundred passages from the Scriptures which, notwithstanding their apparent contradictions, they averred were prophetic of the coming Messiah. And amidst all these details of time, technique, and function, they almost completely lost sight of the personality of the promised Messiah. They were looking for a restoration of Jewish national glory—Israel’s temporal exaltation—rather than for the salvation of the world. It therefore becomes evident that Jesus of Nazareth could never satisfy this materialistic Messianic concept of the Jewish mind. Many of their reputed Messianic predictions, had they but viewed these prophetic utterances in a different light, would have very naturally prepared their minds for a recognition of Jesus as the terminator of one age and the inaugurator of a new and better dispensation of mercy and salvation for all nations.
    Οι Εβραίοι ανατρεφόντουσαν με την πίστη στην θεωρία του Σεκινάχ. Αλλά αυτό το ονομαστό σύμβολο της Θεϊκής παρουσίας δεν βρισκόταν στον ναό. Πίστευαν ότι ο ερχομός του Μεσσία θα πετύχαινε την αποκατάσταση. Είχαν συγκεχιμένες ιδέες για την φυλετική αμαρτία και την υποτιθέμενη κακή φύση του ανθρώπου. Μερικοί δίδασκαν ότι η αμαρτία του Αδάμ είχε καταραστεί την ανθρώπινη φυλή, και ότι ο Μεσσίας θα καθάριζε αυτή την κατάρα και θα αποκαθιστούσε τον άνθρωπο στην θεϊκή εύνοια. Άλλοι δίδασκαν ότι ο Θεός, όταν δημιούργησε τον άνθρωπο, είχε βάλει μέσα στην ύπαρξή του και την καλή και την κακή φύση¨ και ότι όταν παρατηρούσε το αποτέλεσμα αυτής της ρύθμισης απογοητεύτηκε πολύ, και ότι «Μετάνοιωσε που είχε φτιάξει έτσι τον άνθρωπο.» Και αυτοί που το δίδασκαν αυτό πίστευαν ότι ο Μεσσίας θα ερχόταν για να σώσει τον άνθρωπο από αυτή την έμφυτη κακή φύση.
136:1.4 (1510.1) The Jews had been brought up to believe in the doctrine of the Shekinah. But this reputed symbol of the Divine Presence was not to be seen in the temple. They believed that the coming of the Messiah would effect its restoration. They held confusing ideas about racial sin and the supposed evil nature of man. Some taught that Adam’s sin had cursed the human race, and that the Messiah would remove this curse and restore man to divine favor. Others taught that God, in creating man, had put into his being both good and evil natures; that when he observed the outworking of this arrangement, he was greatly disappointed, and that “He repented that he had thus made man.” And those who taught this believed that the Messiah was to come in order to redeem man from this inherent evil nature.
    Η πλειοψηφία των Εβραίων πίστευαν ότι συνέχιζαν να υποφέρουν κάτω από την Ρωμαϊκή ηγεμονία εξαιτίαςτων εθνικών τους αμαρτιών και εξαιτίας της απροθυμίας των αλλόθρησκων προσήλυτων. Το Εβραϊκό έθνος δεν είχε μετανοήσει ειλικρινά ¨ γι αυτό και ο Μεσσίας καθυστερούσε τον ερχομό του. Κουβέντιαζαν πολύ για την μετάνοια¨ γι αυτό και η ισχυρή και άμεση έκκληση του κηρύγματος του Ιωάννη, «Μετανοείτε και βαπτιστείτε, γιατί η βασιλεία των ουρανών πλησιάζει.» Και η βασιλεία των ουρανών θα μπορούσε να σημαίνει μόνο ένα πράγμα σε κάθε ευσεβή Εβραίο: Τον ερχομό του Μεσσία.
136:1.5 (1510.2) The majority of the Jews believed that they continued to languish under Roman rule because of their national sins and because of the halfheartedness of the gentile proselytes. The Jewish nation had not wholeheartedly repented; therefore did the Messiah delay his coming. There was much talk about repentance; wherefore the mighty and immediate appeal of John’s preaching, “Repent and be baptized, for the kingdom of heaven is at hand.” And the kingdom of heaven could mean only one thing to any devout Jew: The coming of the Messiah.
    Υπήρχε ένα χαρακτηριστικό της Προσφοράς του Μιχαήλ που ήταν εντελώς ξένο στην Ιουδαϊκή αντίληψη γιατον Μεσσία, και αυτή ήταν η ένωση των δύο φύσεων, της ανθρώπινης και της θεϊκής. Οι Εβραίοι είχαν αντιληφθεί τον Μεσσία σαν τελειοποιημένο άνθρωπο, υπεράνθρωπο, ακόμα και σαν θεϊκό. Και αυτό ήταν το μεγάλο εμπόδιο των πρώτων μαθητών του Ιησού. Καταλάβαιναν την ανθρώπινη αντίληψη για τον Μεσσία σαν τον υιό του Δαβίδ, όπως περιγραφόταν από τους παλαιούς προφήτες¨ σαν τον Υιό του Ανθρώπου, την υπεράνθρωπη ιδέα του Δανιήλ και μερικών μεταγενέστερων προφητών¨ ακόμα και σαν Υιό του Θεού, όπως περιγραφόταν από τον συγγραφέα του Βιβλίου του Ενώχ και κάποιων συγχρόνων του¨ αλλά ποτέ, ούτε για μια στιγμή δεν μπόρεσαν να συλλάβουν πραγματικά την ένωση σε μια γήινη προσωπικότητα, των δύο φύσεων, της ανθρώπινης και της θεϊκής. Η ενσάρκωση του Δημιουργού με την μορφή των πλασμάτων του δεν είχε αποκαλυφθεί ποτέ στο παρελθόν. Αποκαλύφθηκε μόνο στον Ιησού¨ ο κόσμος δεν γνώριζε τίποτα για αυτά τα πράγματα μέχρι που ο Δημιουργός Υιός πήρε σάρκα και κατοίκησε ανάμεσα στους θνητούς της υλικής σφαίρας.
136:1.6 (1510.3) There was one feature of the bestowal of Michael which was utterly foreign to the Jewish conception of the Messiah, and that was the union of the two natures, the human and the divine. The Jews had variously conceived of the Messiah as perfected human, superhuman, and even as divine, but they never entertained the concept of the union of the human and the divine. And this was the great stumbling block of Jesus’ early disciples. They grasped the human concept of the Messiah as the son of David, as presented by the earlier prophets; as the Son of Man, the superhuman idea of Daniel and some of the later prophets; and even as the Son of God, as depicted by the author of the Book of Enoch and by certain of his contemporaries; but never had they for a single moment entertained the true concept of the union in one earth personality of the two natures, the human and the divine. The incarnation of the Creator in the form of the creature had not been revealed beforehand. It was revealed only in Jesus; the world knew nothing of such things until the Creator Son was made flesh and dwelt among the mortals of the realm.

2. Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

2. The Baptism of Jesus

    Ο Ιησούς βαπτίστηκε όταν το κήρυγμα του Ιωάννη βρισκόταν στο αποκορύφωμά του, όταν η Παλαιστίνη φλεγόταν από ανυπομονησία για το μήνυμά του—«η βασιλεία των Θεού πλησιάζει»—όταν όλος ο Εβραϊκός κόσμος ήταν απασχολημένος σε σοβαρή και αυτό-εξέταση. Η Εβραϊκή αίσθηση της φυλετικής αλληλεγγύης ήταν πολύ ισχυρή. Οι Εβραίοι πίστευαν ότι όχι μόνο οι αμαρτίες των πατέρων τους επηρέαζαν τα παιδιά τους, αλλά και ότι η αμαρτία ενός ατόμου θα μπορούσε να καταραστεί ένα ολόκληρο έθνος. Έτσι, όλοι που βαπτιζόντουσαν από τον Ιωάννη, δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους ενόχους κάποιων συγκεκριμένων αμαρτιών τις οποίες κατηγορούσε ο Ιωάννης. Πολλοί πιστοί βαπτιζόντουσαν από τον Ιωάννη για το καλό του Ισραήλ. Φοβόντουσαν μήπως κάποια αμαρτία που δεν γνώριζαν θα μπορούσε να καθυστερήσει τον ερχομό του Μεσσία. Αισθανόντουσαν ότι ανήκαν σε ένα ένοχο και καταραμένο από αμαρτίες έθνος, και παρουσιαζόντουσαν για βάπτιση για να προσφέρουν κάτι στην φυλετική μετάνοια του έθνους τους. Έτσι είναι φανερό ότι ο Ιησούς δεν βαπτίστηκε από τον Ιωάννη για να τελέσει μια τελετουργία μετάνοιας ή για την άφεση αμαρτιών. Δεχόμενος την βάπτιση από τα χέρια του Ιωάννη, ο Ιησούς ακολουθούσε μόνο το παράδειγμα των πολλών ευσεβών Ισραηλιτών.
136:2.1 (1510.4) Jesus was baptized at the very height of John’s preaching when Palestine was aflame with the expectancy of his message—“the kingdom of God is at hand”—when all Jewry was engaged in serious and solemn self-examination. The Jewish sense of racial solidarity was very profound. The Jews not only believed that the sins of the father might afflict his children, but they firmly believed that the sin of one individual might curse the nation. Accordingly, not all who submitted to John’s baptism regarded themselves as being guilty of the specific sins which John denounced. Many devout souls were baptized by John for the good of Israel. They feared lest some sin of ignorance on their part might delay the coming of the Messiah. They felt themselves to belong to a guilty and sin-cursed nation, and they presented themselves for baptism that they might by so doing manifest fruits of race penitence. It is therefore evident that Jesus in no sense received John’s baptism as a rite of repentance or for the remission of sins. In accepting baptism at the hands of John, Jesus was only following the example of many pious Israelites.
    Όταν ο Ιησούς από την Ναζαρέτ κατέβηκε στον Ιορδάνη για να βαπτιστεί, ήταν ένας θνητός της υλικής σφαίρας που είχε φτάσει στο αποκορύφωμα της ανθρώπινης εξελικτικής ανόδου σε όλα τα θέματα τα σχετικά με την κατάκτηση του νου και την ταύτιση με το πνεύμα. Στάθηκε εκεί στον Ιορδάνη, εκείνη την ημέρα, ένας τελειοποιημένος θνητός των εξελικτικών κόσμων του χώρου και του χρόνου. Είχε επιτευχθεί τέλειος συγχρονισμός και πλήρης επικοινωνία ανάμεσα στον θνητό νου του Ιησού και του εσωτερικά διαμένοντος πνευματικού Προσαρμοστή, του θεϊκού δώρου του Πατέρα από τον Παράδεισο. Και ακριβώς ένας τέτοιος Προσαρμοστής κατοικεί σε όλες τις φυσιολογικές υπάρξεις που ζουν στην Ουράντια από τότε που ο Μιχαήλ ανέβηκε στην ηγεσία του διαστήματός του, εκτός από το ότι ο Προσαρμοστής του Ιησού είχε προετοιμαστεί από πριν για αυτή την ειδική αποστολή με το να κατοικήσει κατά παρόμοιο τρόπο σε έναν άλλο υπεράνθρωπο που είχε ενσαρκωθεί με την μορφή θνητού, στον Μαχιβέντα Μελχισεδέκ.
136:2.2 (1511.1) When Jesus of Nazareth went down into the Jordan to be baptized, he was a mortal of the realm who had attained the pinnacle of human evolutionary ascension in all matters related to the conquest of mind and to self-identification with the spirit. He stood in the Jordan that day a perfected mortal of the evolutionary worlds of time and space. Perfect synchrony and full communication had become established between the mortal mind of Jesus and the indwelling spirit Adjuster, the divine gift of his Father in Paradise. And just such an Adjuster indwells all normal beings living on Urantia since the ascension of Michael to the headship of his universe, except that Jesus’ Adjuster had been previously prepared for this special mission by similarly indwelling another superhuman incarnated in the likeness of mortal flesh, Machiventa Melchizedek.
    Συνήθως, όταν ένας θνητός από την υλική σφαίρα πετύχει ένα τόσο υψηλά επίπεδα τελειότητας προσωπικότητας, τότε συμβαίνουν εκείνα προκαταρκτικά φαινόμενα πνευματικής εξύψωσης που καταλήγουν σε τελική συγχώνευση της ώριμης ψυχής του θνητού με τον συνδεδεμένο θεϊκό Προσαρμοστή. Και μια τέτοια αλλαγή προφανώς θα συνέβαινε στην προσωπικότητα του Ιησού από την Ναζαρέτ εκείνη ακριβώς την ημέρα όταν κατέβηκε στον Ιορδάνη με τους δύο αδερφούς του για να βαπτιστεί από τον Ιωάννη. Αυτή η τελετή ήταν η τελική πράξη της απόλυτα ανθρώπινης ζωής του στην Ουράντια, και πολλοί υπεράνθρωποι παρατηρητές περίμεναν να γίνουν μάρτυρες της συγχώνευσης του Προσαρμοστή με τον νου μέσα στον οποίο διέμενε, αλλά όλοι ήταν γραφτό να απογοητευτούν. Κάτι νέο και ακόμα σπουδαιότερο συνέβη. Μόλις ο Ιωάννης έβαλε τα χέρια του πάνω στον Ιησού για να τον βαπτίσει, ο εσωτερικά διαμένων Προσαρμοστής άφησε την τελειοποιημένη ψυχή του Ιησού του υιού του Ιωσήφ. Και μέσα σε λίγες στιγμές αυτή η θεϊκή οντότητα επέστρεψε από το Ντιβίνιγκτον σαν Προσωποποιημένος Προσαρμοστής και αρχηγός του είδους του σε όλο το τοπικό σύμπαν του Νέβαδον. Έτσι ο Ιησούς είδε το δικό του προηγούμενο θεϊκό πνεύμα να κατέρχεται και να επιστρέφει σε αυτόν με προσωποποιημένη μορφή. Και άκουσε αυτό το πνεύμα Παραδείσιας προέλευσης να μιλά και να λέει, «Αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός με τον οποίο είμαι πολύ ευχαριστημένος.» Και ο Ιωάννης, με τα αδέρφια του Ιησού επίσης άκουσαν αυτά τα λόγια. Οι μαθητές του Ιωάννη, που στεκόντουσαν δίπλα στο νερό, δεν άκουσαν αυτά τα λόγια, ούτε είδαν το όραμα του Προσωποποιημένου Προσαρμοστή. Μόνο τα μάτια του Ιησού είδαν τον Προσωποποιημένο Προσαρμοστή.
136:2.3 (1511.2) Ordinarily, when a mortal of the realm attains such high levels of personality perfection, there occur those preliminary phenomena of spiritual elevation which terminate in eventual fusion of the matured soul of the mortal with its associated divine Adjuster. And such a change was apparently due to take place in the personality experience of Jesus of Nazareth on that very day when he went down into the Jordan with his two brothers to be baptized by John. This ceremony was the final act of his purely human life on Urantia, and many superhuman observers expected to witness the fusion of the Adjuster with its indwelt mind, but they were all destined to suffer disappointment. Something new and even greater occurred. As John laid his hands upon Jesus to baptize him, the indwelling Adjuster took final leave of the perfected human soul of Joshua ben Joseph. And in a few moments this divine entity returned from Divinington as a Personalized Adjuster and chief of his kind throughout the entire local universe of Nebadon. Thus did Jesus observe his own former divine spirit descending on its return to him in personalized form. And he heard this same spirit of Paradise origin now speak, saying, “This is my beloved Son in whom I am well pleased.” And John, with Jesus’ two brothers, also heard these words. John’s disciples, standing by the water’s edge, did not hear these words, neither did they see the apparition of the Personalized Adjuster. Only the eyes of Jesus beheld the Personalized Adjuster.
    Όταν ο Προσωποποιημένος Προσαρμοστής που είχε εξυψωθεί επέστρεψε και είπε αυτά τα λόγια, παντού βασίλευε ησυχία. Και ενώ οι τέσσερίς του παρέμεναν στο νερό, ο Ιησούς, κοιτάζοντας τον Προσαρμοστή που βρισκόταν εκεί κοντά, προσευχήθηκε: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου. Ελθέτω η βασιλεία σου! Γεννηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί τοις γης.» Και όταν προσευχήθηκε, «άνοιξαν οι ουρανοί», και ο Υιός του Ανθρώπου είδε το όραμα, που του παρουσίασε ο τώρα Προσωποποιημένος Προσαρμοστής, με τον εαυτό του σαν Υιός του Θεού όπως ήταν πριν έρθει στην γη με την μορφή θνητού, και όπως θα γινόταν όταν η ενσαρκωμένη ζωή του θα είχε πια τελειώσει. Αυτό το ουράνιο όραμα το είδε μόνο ο Ιησούς.
136:2.4 (1511.3) When the returned and now exalted Personalized Adjuster had thus spoken, all was silence. And while the four of them tarried in the water, Jesus, looking up to the near-by Adjuster, prayed: “My Father who reigns in heaven, hallowed be your name. Your kingdom come! Your will be done on earth, even as it is in heaven.” When he had prayed, the “heavens were opened,” and the Son of Man saw the vision, presented by the now Personalized Adjuster, of himself as a Son of God as he was before he came to earth in the likeness of mortal flesh, and as he would be when the incarnated life should be finished. This heavenly vision was seen only by Jesus.
    Ήταν η φωνή του Προσωποποιημένου Προσαρμοστή που άκουσαν ο Ιωάννης και ο Ιησούς, να μιλά εξ ονόματος του Συμπαντικού Πατέρα, γιατί ο Προσαρμοστής είναι του Παραδείσιου Πατέρα και σαν τον Παραδείσιο Πατέρα. Σε όλη την υπόλοιπη επίγεια ζωή του Ιησού αυτός ο Προσωποποιημένος Προσαρμοστής ήταν μαζί του σε όλα του τα έργα¨ ο Ιησούς βρισκόταν σε συνεχή επικοινωνία με αυτόν τον εξυψωμένο Προσαρμοστή.
136:2.5 (1512.1) It was the voice of the Personalized Adjuster that John and Jesus heard, speaking in behalf of the Universal Father, for the Adjuster is of, and as, the Paradise Father. Throughout the remainder of Jesus’ earth life this Personalized Adjuster was associated with him in all his labors; Jesus was in constant communion with this exalted Adjuster.
    Όταν ο Ιησούς βαπτίστηκε, δεν μετανοούσε για λάθη του¨ δεν ζητούσε άφεση αμαρτιών. Η βάπτισή του ήταν κάτι σαν χρίσμα της εκτέλεσης του θελήματος του Ουράνιου Πατέρα. Στην βάπτισή του άκουσε το αναμφισβήτητο κάλεσμα του Πατέρα του, το τελικό κάλεσμα για να ξεκινήσει το έργο του Πατέρα του, και πήγε να αποτραβηχτεί από τον κόσμο για σαράντα μέρες για να διαλογιστεί πάνω σε αυτά τα πολλαπλά προβλήματα. Έτσι, με το να αποσυρθεί από την επαφή με τους επίγειους συνεργάτες του, ο Ιησούς έτσι όπως ήταν και ζούσε στην Ουράντια, ακολουθούσε την διαδικασία που ακολουθείται στους μοροντιανούς κόσμους όποτε ένας ανερχόμενος θνητός συγχωνεύεται με την εσώτερη παρουσία του Συμπαντικού Πατέρα.
136:2.6 (1512.2) When Jesus was baptized, he repented of no misdeeds; he made no confession of sin. His was the baptism of consecration to the performance of the will of the heavenly Father. At his baptism he heard the unmistakable call of his Father, the final summons to be about his Father’s business, and he went away into private seclusion for forty days to think over these manifold problems. In thus retiring for a season from active personality contact with his earthly associates, Jesus, as he was and on Urantia, was following the very procedure that obtains on the morontia worlds whenever an ascending mortal fuses with the inner presence of the Universal Father.
    Εκείνη η μέρα της βάπτισης σήμανε το τέλος της απόλυτα ανθρώπινης ζωής του Ιησού. Ο θεϊκός Υιός έχει βρει πλέον τον Πατέρα του, ο Συμπαντικός Πατέρας έχει βρει τον ενσαρκωμένο του Υιό, και μιλούν ο ένας στον άλλο.
136:2.7 (1512.3) This day of baptism ended the purely human life of Jesus. The divine Son has found his Father, the Universal Father has found his incarnated Son, and they speak the one to the other.
    (Ο Ιησούς ήταν σχεδόν τριάντα ενός έτους και μισό όταν βαπτίστηκε. Ενώ ο Λουκάς λέει ότι ο Ιησούς βαπτίστηκε στο δέκατο πέμπτο έτος της βασιλείας του Τιβέριου Καίσαρα, που ήταν το 29 μ.Χ εφόσον ο Αύγουστος πέθανε το 14 μ.Χ, θα έπρεπε να θυμηθούμε ότι ο Τιβέριος ήταν συναυτοκράτορας με τον Αύγουστο για δυόμισι χρόνια πριν τον θάνατο του Αύγουστου, και έκοψε νομίσματα προς τιμή του τον Οκτώβριο του 11 μ. Χ. Ο δέκατος πέμπτος χρόνος της κανονικής βασιλείας του ήταν, λοιπόν, ακριβώς το 26 μ. Χ, τότε που βαπτίστηκε ο Ιησούς. Και αυτή επίσης ήταν η χρονιά που άρχισε η ηγεμονία του Πόντιου Πιλάτου σαν κυβερνήτης της Ιουδαίας.)
136:2.8 (1512.4) (Jesus was almost thirty-one and one-half years old when he was baptized. While Luke says that Jesus was baptized in the fifteenth year of the reign of Tiberius Caesar, which would be A.D. 29 since Augustus died in A.D. 14, it should be recalled that Tiberius was coemperor with Augustus for two and one-half years before the death of Augustus, having had coins struck in his honor in October, A.D. 11. The fifteenth year of his actual rule was, therefore, this very year of A.D. 26, that of Jesus’ baptism. And this was also the year that Pontius Pilate began his rule as governor of Judea.)

3. ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΕΡΕΣ

3. The Forty Days

    Ο Ιησούς είχε υποστεί τον μεγάλο πειρασμό της θνητής του προσφοράς πριν την βάπτισή του όταν είχε μείνει στο Όρος Χερμών για έξι εβδομάδες. Εκεί στο Όρος Χερμών, σαν αβοήθητος θνητός της υλικής σφαίρας, είχε συναντήσει και νικήσει τον διεκδικητή της Ουράντια, τον Καλιγάστια, τον πρίγκιπα αυτού του κόσμου. Εκείνη την σημαντική ημέρα, στα αρχεία του σύμπαντος, καταγράφτηκε ότι ο Ιησούς από την Ναζαρέτ είχε γίνει ο Πλανητικός Πρίγκιπας της Ουράντια. Και αυτός ο Πρίγκιπας της Ουράντια, που τόσο σύντομα θα ανακηρυσσόταν ανώτατος Κυρίαρχος του Νέβαδον, τώρα αποτραβήχτηκε για σαράντα μέρες για να διαμορφώσει τα σχέδια και να καθορίσει την τεχνική που θα διακήρυσσε την νέα βασιλεία του Θεού στις καρδιές των ανθρώπων.
136:3.1 (1512.5) Jesus had endured the great temptation of his mortal bestowal before his baptism when he had been wet with the dews of Mount Hermon for six weeks. There on Mount Hermon, as an unaided mortal of the realm, he had met and defeated the Urantia pretender, Caligastia, the prince of this world. That eventful day, on the universe records, Jesus of Nazareth had become the Planetary Prince of Urantia. And this Prince of Urantia, so soon to be proclaimed supreme Sovereign of Nebadon, now went into forty days of retirement to formulate the plans and determine upon the technique of proclaiming the new kingdom of God in the hearts of men.
    Μετά την βάπτισή του αποσύρθηκε για σαράντα μέρες για να προσαρμοστεί στις αλλαγμένες σχέσεις του κόσμου και του σύμπαντος που εξελίχτηκαν με την προσωποποίηση του Προσαρμοστή του. Κατά την διάρκεια της απομόνωσής του στους λόφους της Περέας αποφάσισε ποια πολιτική θα ακολουθούσε και τις μεθόδους που θα χρησιμοποιούσε σε αυτή την νέα και αλλαγμένη φάση επίγειας ζωής που ετοιμαζόταν να εγκαινιάσει.
136:3.2 (1512.6) After his baptism he entered upon the forty days of adjusting himself to the changed relationships of the world and the universe occasioned by the personalization of his Adjuster. During this isolation in the Perean hills he determined upon the policy to be pursued and the methods to be employed in the new and changed phase of earth life which he was about to inaugurate.
    Ο Ιησούς δεν αποσύρθηκε για να νηστέψει και να παιδέψει την ψυχή του. Δεν ήταν ασκητής, και ήρθε για να καταργήσει μια για πάντα όλες αυτές τις αντιλήψεις όσον αφορά την προσέγγιση προς τον Θεό. Οι λόγοι που αναζήτησε αυτή την απόσυρση ήταν εντελώς διαφορετικοί από εκείνους που ώθησαν τον Μωυσή και τον Ηλία, ακόμα και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Ο Ιησούς τότε γνώριζε απόλυτα την σχέση του με το σύμπαν της δικής του δημιουργίας καθώς και με το σύμπαν των συμπάντων, που επέβλεπε ο Παραδείσιος Πατέρας, ο Πατέρας του στον ουρανό. Τώρα θυμόταν πολύ καλά την ευθύνη που ανάλαβε για την Προσφορά του στην Ουράντια και τις οδηγίες που του έδωσε ο μεγαλύτερος αδερφός του, Εμμανουήλ, πριν ενσαρκωθεί στην Ουράντια. Τώρα αντιλαμβανόταν καθαρά και ολοκληρωτικά όλες αυτές τις μακρινές σχέσεις, και επιθυμούσε να αποσυρθεί για ένα διάστημα για να διαλογιστεί με ηρεμία και να μπορέσει να σκεφτεί τα σχέδια και να καθορίσει τις διαδικασίες που θα εκτελούσε το λαϊκό του έργο για λογαριασμό αυτού του κόσμου και για όλους τους άλλους κόσμους του τοπικού του σύμπαντος.
136:3.3 (1512.7) Jesus did not go into retirement for the purpose of fasting and for the affliction of his soul. He was not an ascetic, and he came forever to destroy all such notions regarding the approach to God. His reasons for seeking this retirement were entirely different from those which had actuated Moses and Elijah, and even John the Baptist. Jesus was then wholly self-conscious concerning his relation to the universe of his making and also to the universe of universes, supervised by the Paradise Father, his Father in heaven. He now fully recalled the bestowal charge and its instructions administered by his elder brother, Immanuel, ere he entered upon his Urantia incarnation. He now clearly and fully comprehended all these far-flung relationships, and he desired to be away for a season of quiet meditation so that he could think out the plans and decide upon the procedures for the prosecution of his public labors in behalf of this world and for all other worlds in his local universe.
    Όσο περιπλανιόταν στους λόφους, ψάχνοντας για ένα κατάλληλο καταφύγιο, ο Ιησούς συνάντησε τον κύριο συμπαντικό του διοικητή, τον Γαβριήλ, το Λαμπρό και Πρωινό Άστρο του Νέβαδον. Ο Γαβριήλ τώρα αποκατέστησε την προσωπική επικοινωνία με τον Δημιουργό Υιό του σύμπαντος¨ συναντήθηκαν απ’ ευθείας για πρώτη φορά από τότε που ο Μιχαήλ άφησε τους συνεργάτες του στο Σάλβιγκτον όταν πήγε στην Εντέντια για να προετοιμαστεί για την Προσφορά του στην Ουράντια. Ο Γαβριήλ με τις οδηγίες του Εμμανουήλ και με την δικαιοδοσία των Αρχαίων των Ημερών της Ουβέρσα, έδωσε στον Ιησού πληροφορίες που δήλωναν την πρακτική λήξη της εμπειρίας της Προσφοράς του στην Ουράντια όσον αφορά την απόκτηση της τελειοποιημένης κυριαρχίας του σύμπαντός του και τον τερματισμό της αποστασίας του Λούσιφερ. Η πρώτη επιτεύχθηκε την μέρα της βάπτισής του όταν η προσωποποίηση του Προσαρμοστή του δήλωσε την τελειοποίηση και την ολοκλήρωση της Προσφοράς του με την μορφή θνητού, και η τελευταία ήταν ένα ιστορικό γεγονός εκείνη την ημέρα που κατέβηκε από το Όρος Χερμών για να συναντήσει τον νεαρό Τιγκλάθ που τον περίμενε. Ο Ιησούς είχε τώρα πληροφορηθεί, σύμφωνα με την ανώτατη δικαιοδοσία του τοπικού σύμπαντος και του υπερσύμπαντος, ότι το έργο της Προσφοράς του, όσον αφορά την προσωπική του κατάσταση σε σχέση με την κυριαρχία του σύμπαντος και τους αποστάτες, είχε ολοκληρωθεί. Είχε ήδη την διαβεβαίωση απευθείας από τον Παράδεισο στο όραμα που είχε στην βάπτισή του και στο φαινόμενο της προσωποποίησης του εσωτερικά διαμένοντος Προσαρμοστή Σκέψης του.
136:3.4 (1513.1) While wandering about in the hills, seeking a suitable shelter, Jesus encountered his universe chief executive, Gabriel, the Bright and Morning Star of Nebadon. Gabriel now re-established personal communication with the Creator Son of the universe; they met directly for the first time since Michael took leave of his associates on Salvington when he went to Edentia preparatory to entering upon the Urantia bestowal. Gabriel, by direction of Immanuel and on authority of the Uversa Ancients of Days, now laid before Jesus information indicating that his bestowal experience on Urantia was practically finished so far as concerned the earning of the perfected sovereignty of his universe and the termination of the Lucifer rebellion. The former was achieved on the day of his baptism when the personalization of his Adjuster demonstrated the perfection and completion of his bestowal in the likeness of mortal flesh, and the latter was a fact of history on that day when he came down from Mount Hermon to join the waiting lad, Tiglath. Jesus was now informed, upon the highest authority of the local universe and the superuniverse, that his bestowal work was finished in so far as it affected his personal status in relation to sovereignty and rebellion. He had already had this assurance direct from Paradise in the baptismal vision and in the phenomenon of the personalization of his indwelling Thought Adjuster.
    Όσο έμενε στο βουνό, και συνομιλούσε με τον Γαβριήλ, ο Πατέρας του Αστερισμού της Εντέντια παρουσιάστηκε ενώπιον του Ιησού και του Γαβριήλ, και είπε: « Έχουν καταγραφεί τα πάντα. Η κυριαρχία του Μιχαήλ αριθμός 611.121 πάνω στο σύμπαν του το Νέβαδον βρίσκεται ολοκληρωμένη στο δεξί χέρι του Συμπαντικού Πατέρα. Σου φέρνω τώρα την απαλλαγή από την υποχρέωση της Προσφοράς από τον Εμμανουήλ, τον βοηθό- αδερφό σου για την ενσάρκωση στην Ουράντια. Τώρα ή όποτε το θελήσεις στο μέλλον είσαι ελεύθερος , με τον τρόπο που θα επιλέξεις, να τερματίσεις την προσφορά σου με την ενσάρκωσή σου, να ανέλθεις στο δεξί χέρι του Πατρός σου, και να αναλάβεις την κυριαρχία σου, και την επάξια κερδισμένη ανεπιφύλακτη ηγεμονία σου σε όλο το Νέβαδον. Επίσης πιστοποιώ την ολοκλήρωση των αρχείων του υπερσύμπαντος, με εξουσιοδότηση των Αρχαίων των Ημερών, που έχουν σχέση με τον τερματισμό όλων των αμαρτωλών αποστασιών στο σύμπαν σου και σου παραχωρείται πλήρης και απεριόριστη εξουσία για να αντιμετωπίζεις τις όποιες άλλες πιθανές αποστασίες στο μέλλον. Τεχνικά, το έργο σου στην Ουράντια με την μορφή θνητού είναι ολοκληρωμένο. Η πορεία σου από τώρα και στο εξής είναι θέμα δικής σου επιλογής.»
136:3.5 (1513.2) While he tarried on the mountain, talking with Gabriel, the Constellation Father of Edentia appeared to Jesus and Gabriel in person, saying: “The records are completed. The sovereignty of Michael number 611,121 over his universe of Nebadon rests in completion at the right hand of the Universal Father. I bring to you the bestowal release of Immanuel, your sponsor-brother for the Urantia incarnation. You are at liberty now or at any subsequent time, in the manner of your own choosing, to terminate your incarnation bestowal, ascend to the right hand of your Father, receive your sovereignty, and assume your well-earned unconditional rulership of all Nebadon. I also testify to the completion of the records of the superuniverse, by authorization of the Ancients of Days, having to do with the termination of all sin-rebellion in your universe and endowing you with full and unlimited authority to deal with any and all such possible upheavals in the future. Technically, your work on Urantia and in the flesh of the mortal creature is finished. Your course from now on is a matter of your own choosing.”
    Όταν ο Ύψιστος Πατέρας της Εντέντια είχε φύγει, ο Ιησούς κουβέντιασε εκτενώς με τον Γαβριήλ, για την ευημερία του σύμπαντος και, στέλνοντας τους χαιρετισμούς του στον Εμμανουήλ, τον διαβεβαίωσε, ότι στο έργο που θα αναλάμβανε τώρα στην Ουράντια, θα θυμόταν πάντα τις συμβουλές που είχε λάβει σχετικά με τις ευθύνες προ τις Προσφοράς του, στο Σάλβιγκτον.
136:3.6 (1513.3) When the Most High Father of Edentia had taken leave, Jesus held long converse with Gabriel regarding the welfare of the universe and, sending greetings to Immanuel, proffered his assurance that, in the work which he was about to undertake on Urantia, he would be ever mindful of the counsel he had received in connection with the prebestowal charge administered on Salvington.
    Όλες αυτές τις σαράντα μέρες της απομόνωσής του ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης οι γιοι του Ζεβεδαίου τον αναζητούσαν. Πολλές φορές πλησίασαν το μέρος που βρισκόταν, αλλά ποτέ δεν τον βρήκαν.
136:3.7 (1514.1) Throughout all of these forty days of isolation James and John the sons of Zebedee were engaged in searching for Jesus. Many times they were not far from his abiding place, but never did they find him.

4. ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΕΡΓΟ

4. Plans for Public Work

    Μέρα με την ημέρα, πάνω στους λόφους, ο Ιησούς διαμόρφωνε τα σχέδιά του για το υπόλοιπο της Προσφοράς του στην Ουράντια. Πρώτα αποφάσισε να μην διδάξει συγχρόνως με τον Ιωάννη. Σχεδίαζε να παραμείνει σε σχετική αργία μέχρι το έργο του Ιωάννη να έχει πετύχει τον σκοπό του, ή μέχρι ο Ιωάννης να σταματήσει ξαφνικά εξαιτίας σύλληψης και φυλάκισής του. Ο Ιησούς γνώριζε καλά ότι το άφοβο και άξεστο κήρυγμα του Ιωάννη σύντομα θα προκαλούσε τους φόβους και την εχθρότητα των αστικών κυβερνητών. Μπροστά στην αβέβαιη κατάσταση του Ιωάννη, ο Ιησούς άρχισε οριστικά να σχεδιάζει το πρόγραμμά του για το λαϊκό του έργο για χάρη των ανθρώπων του και του κόσμου, για χάρη κάθε κατοικημένου κόσμου σε όλο το αχανές σύμπαν του. Η θνητή προσφορά του Μιχαήλ ήταν μεν πάνω στην Ουράντια, αλλά ήταν και για όλους τους κόσμους του Νέβαδον.
136:4.1 (1514.2) Day by day, up in the hills, Jesus formulated the plans for the remainder of his Urantia bestowal. He first decided not to teach contemporaneously with John. He planned to remain in comparative retirement until the work of John achieved its purpose, or until John was suddenly stopped by imprisonment. Jesus well knew that John’s fearless and tactless preaching would presently arouse the fears and enmity of the civil rulers. In view of John’s precarious situation, Jesus began definitely to plan his program of public labors in behalf of his people and the world, in behalf of every inhabited world throughout his vast universe. Michael’s mortal bestowal was on Urantia but for all worlds of Nebadon.
    Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Ιησούς, αφού σκέφτηκε διεξοδικά το γενικό του σχέδιο συντονισμού του προγράμματός του με το κίνημα του Ιωάννη, ήταν να κάνει μια ανασκόπηση στο μυαλό του, στις οδηγίες του Εμμανουήλ. Προσεκτικά σκέφτηκε την συμβουλή που του δόθηκε σχετικά με της μεθόδους που θα εργάζεται, και ότι δεν έπρεπε να αφήσει μόνιμα γραπτά του στον πλανήτη. Ποτέ ξανά ο Ιησούς δεν έγραψε πουθενά παρά μόνο πάνω στην άμμο. Στην επόμενη επίσκεψή του στην Ναζαρέτ, προς μεγάλη λύπη του αδερφού του Ιωσήφ, ο Ιησούς κατάστρεψε όλα τα γραπτά του που είχε κρατήσει πάνω σε σανίδες στο ξυλουργείο, και είχε κρεμάσει στους τοίχους του παλιού σπιτιού. Και ο Ιησούς έλαφε σοβαρά υπόψη του την συμβουλή του Εμμανουήλ για το να αφήσει την οικονομική και πολιτική κατάσταση του κόσμου όπως θα την έβρισκε.
136:4.2 (1514.3) The first thing Jesus did, after thinking through the general plan of co-ordinating his program with John’s movement, was to review in his mind the instructions of Immanuel. Carefully he thought over the advice given him concerning his methods of labor, and that he was to leave no permanent writing on the planet. Never again did Jesus write on anything except sand. On his next visit to Nazareth, much to the sorrow of his brother Joseph, Jesus destroyed all of his writing that was preserved on the boards about the carpenter shop, and which hung upon the walls of the old home. And Jesus pondered well over Immanuel’s advice pertaining to his economic, social, and political attitude toward the world as he should find it.
    Ο Ιησούς δεν νήστεψε εκείνες τις σαράντα μέρες της απομόνωσής του. Η μεγαλύτερη μέρα που πέρασε χωρίς φαγητό ήταν οι πρώτες δυο μέρες του στους λόφους που ήταν τόσο απασχολημένος με τις σκέψεις του που ξέχασε τα περί φαγητού. Αλλά την τρίτη μέρα πήγε προς αναζήτηση τροφής. Ούτε μπήκε σε πειρασμό εκείνο τον καιρό από οτιδήποτε κακά πνεύματα ή στασιαστικές προσωπικότητες που βρισκόντουσαν σε αυτόν τον κόσμο ή από οποιοδήποτε άλλον.
136:4.3 (1514.4) Jesus did not fast during this forty days’ isolation. The longest period he went without food was his first two days in the hills when he was so engrossed with his thinking that he forgot all about eating. But on the third day he went in search of food. Neither was he tempted during this time by any evil spirits or rebel personalities of station on this world or from any other world.
    Αυτές οι σαράντα μέρες ήταν η τελική συνδιάσκεψη ανάμεσα στο ανθρώπινο και στο θεϊκό μυαλό, ή μάλλον η πρώτη πραγματική λειτουργία αυτών των δύο διανοιών σαν ένα. Τα αποτελέσματα αυτής της μνημειώδους περιόδου διαλογισμού δήλωναν ότι το συμπέρασμα ήταν ότι ο θεϊκός νους υπερίσχυσε θριαμβευτικά πνευματικά της ανθρώπινης διάνοιας. Ο νους του ανθρώπου έχει γίνει νους του Θεού από τότε και στο εξής, και παρόλο που η προσωπικότητα του νου του ανθρώπου είναι πάντα παρούσα, πάντα αυτός ο πνευματικοποιημένος ανθρώπινος νους λέει, « Είθε να γενεί όχι το δικό μου θέλημα, αλλά το δικό σου.»
136:4.4 (1514.5) These forty days were the occasion of the final conference between the human and the divine minds, or rather the first real functioning of these two minds as now made one. The results of this momentous season of meditation demonstrated conclusively that the divine mind has triumphantly and spiritually dominated the human intellect. The mind of man has become the mind of God from this time on, and though the selfhood of the mind of man is ever present, always does this spiritualized human mind say, “Not my will but yours be done.”
    Οι συναλλαγές εκείνης της σημαντικής περιόδου δεν ήταν οι φαντασιώσεις ενός πεινασμένου και αδυνατισμένου νου, ούτε ήταν οι μπερδεμένοι και παιδαριώδεις συμβολισμοί που αργότερα καταγράφτηκαν σαν οι «πειρασμοί του Ιησού στην ερημιά.» Αυτή η περίοδος ήταν περισσότερο περίοδος συλλογισμού πάνω σε όλη την επεισοδιακή και ποικίλη σταδιοδρομία της Προσφοράς στην Ουράντια, και προσεκτικού σχεδιασμού για περαιτέρω υπηρεσία που θα βοηθούσε καλύτερα αυτόν τον κόσμο ενώ παράλληλα θα συνεισέφερε και στην βελτίωση όλων των άλλων σφαιρών που είχαν απομονωθεί από αποστασίες. Ο Ιησούς συλλογίστηκε πάνω σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης ζωής στην Ουράντια, από τις μέρες του Αντόν και της Φόντα, μέχρι το ολίσθημα του Αδάμ, και έφτασε μέχρι την προσφορά του Μελχισεδέκ από το Σάλεμ.
136:4.5 (1514.6) The transactions of this eventful time were not the fantastic visions of a starved and weakened mind, neither were they the confused and puerile symbolisms which afterward gained record as the “temptations of Jesus in the wilderness.” Rather was this a season for thinking over the whole eventful and varied career of the Urantia bestowal and for the careful laying of those plans for further ministry which would best serve this world while also contributing something to the betterment of all other rebellion-isolated spheres. Jesus thought over the whole span of human life on Urantia, from the days of Andon and Fonta, down through Adam’s default, and on to the ministry of the Melchizedek of Salem.
    Ο Γαβριήλ υπενθύμισε στον Ιησού ότι υπήρχαν δύο τρόποι που θα μπορούσε να εκδηλωθεί στον κόσμο σε περίπτωση που επέλεγε να μείνει ακόμα στην Ουράντια για κάποιο διάστημα. Και ξεκαθαρίστηκε στον Ιησού ότι η επιλογή του σε αυτό το θέμα δεν θα είχε καμιά σχέση είτε με την κυριαρχία του στο σύμπαν του, ούτε με τον τερματισμό της στάσης του Λούσιφερ. Αυτοί οι δύο τρόποι προσφοράς του στον κόσμο ήταν:
136:4.6 (1514.7) Gabriel had reminded Jesus that there were two ways in which he might manifest himself to the world in case he should choose to tarry on Urantia for a time. And it was made clear to Jesus that his choice in this matter would have nothing to do with either his universe sovereignty or the termination of the Lucifer rebellion. These two ways of world ministry were:
    1. Ο δικός του τρόπος—ο τρόπος που θα φαινόταν πιο ευχάριστος και επικερδής από την πλευρά των άμεσων αναγκών αυτού του κόσμου και την παρούσα διαπαιδαγώγηση του δικού του σύμπαντος.
136:4.7 (1515.1) 1. His own way—the way that might seem most pleasant and profitable from the standpoint of the immediate needs of this world and the present edification of his own universe.
    2. Ο τρόπος του Πατέρα—ο παραδειγματισμός ενός μακροπρόθεσμου ιδανικού ζωής των δημιουργημάτων από τις υψηλές προσωπικότητες της διαχείρισης του Παραδείσου του σύμπαντος των συμπάντων.
136:4.8 (1515.2) 2. The Father’s way—the exemplification of a farseeing ideal of creature life visualized by the high personalities of the Paradise administration of the universe of universes.
    Έτσι ξεκαθαρίστηκε στον Ιησού ότι υπήρχαν δύο τρόποι με τους οποίους μπορούσε να κανονίσει το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του. Κάθε ένας από αυτούς είχε τα θετικά του κάτω από το φως της άμεσης κατάστασης. Ο Υιός του Ανθρώπου έβλεπε καθαρά ότι η επιλογή του ανάμεσα σε αυτούς τους δύο τρόπους συμπεριφοράς δεν θα είχε καμία σχέση με την αποδοχή της συμπαντικής του κυριαρχίας¨ αυτό ήταν θέμα που είχε ήδη τακτοποιηθεί και σφραγισθεί στα αρχεία του σύμπαντος των συμπάντων, και το μόνο που έμενε ήταν η προσωπική του απαίτηση. Αλλά φανερώθηκε στον Ιησού ότι θα ικανοποιούσε πολύ τον Παραδείσιο αδερφό του τον Εμμανουήλ, αν αυτό, ο Ιησούς, θεωρούσε κατάλληλο να τελειώσει την επίγεια καριέρα του στην ενσάρκωση όπως την είχε αρχίσει με τέτοια ευγένεια, πάνα υπακούοντας στο θέλημα του Πατέρα. Την τρίτη μέρα αυτής της απομόνωσης ο Ιησούς υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι θα επέστρεφε στον κόσμο να τελειώσει την επίγεια σταδιοδρομία του, και ότι σε μια περίσταση που θα είχε να κάνει και με αυτούς τους δύο τρόπους πάντα θα επέλεγε το θέλημα του Πατέρα. Και έζησε το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του πάντα συνεπής σε αυτή την υπόσχεση. Ακόμα και στο πικρό τέλος απαρέγκλιτα υπότασσε την δική του θέληση σαν κυρίαρχος του σύμπαντος, σε αυτήν του ουράνιου Πατέρα του.
136:4.9 (1515.3) It was thus made clear to Jesus that there were two ways in which he could order the remainder of his earth life. Each of these ways had something to be said in its favor as it might be regarded in the light of the immediate situation. The Son of Man clearly saw that his choice between these two modes of conduct would have nothing to do with his reception of universe sovereignty; that was a matter already settled and sealed on the records of the universe of universes and only awaited his demand in person. But it was indicated to Jesus that it would afford his Paradise brother, Immanuel, great satisfaction if he, Jesus, should see fit to finish up his earth career of incarnation as he had so nobly begun it, always subject to the Father’s will. On the third day of this isolation Jesus promised himself he would go back to the world to finish his earth career, and that in a situation involving any two ways he would always choose the Father’s will. And he lived out the remainder of his earth life always true to that resolve. Even to the bitter end he invariably subordinated his sovereign will to that of his heavenly Father.
    Οι σαράντα μέρες στην ερημιά του βουνού δεν ήταν μια περίοδος μεγάλου πειρασμού αλλά η περίοδος των μεγάλων αποφάσεων του Κυρίου. Εκείνες τις μέρες μοναχικής επικοινωνίας με τον εαυτό του και με την άμεση παρουσία του Πατέρα του—τον Προσωποποιημένο Προσαρμοστή (δεν είχε πια προσωπικό σεραφικό φύλακα)—έφτασε, σε μια μια, στις μεγάλες αποφάσεις που θα κανόνιζαν την πολιτική του και την συμπεριφορά του για το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του. Μετέπειτα επικράτησε η παράδοση για ένα μεγάλο πειρασμό σε αυτή την περίοδο της απομόνωσης εξαιτίας της σύγχυσης που προκάλεσαν οι αποσπασματικές διηγήσεις για τους αγώνες πάνω στο Όρος Χερμών, και ακόμα επειδή ήταν η συνήθεια όλοι οι μεγάλοι προφήτες και ανθρώπινοι ηγέτες να αρχίζουν την δημόσια καριέρα τους με υποτιθέμενες περιόδους νηστείας και προσευχής. Πάντα ήταν συνήθεια του Ιησού, όταν βρισκόταν ενώπιον σοβαρών και νέων αποφάσεων, να αποτραβιέται για να επικοινωνήσει με το δικό του πνεύμα για να γνωρίσει το θέλημα του Θεού.
136:4.10 (1515.4) The forty days in the mountain wilderness were not a period of great temptation but rather the period of the Master’s great decisions. During these days of lone communion with himself and his Father’s immediate presence—the Personalized Adjuster (he no longer had a personal seraphic guardian)—he arrived, one by one, at the great decisions which were to control his policies and conduct for the remainder of his earth career. Subsequently the tradition of a great temptation became attached to this period of isolation through confusion with the fragmentary narratives of the Mount Hermon struggles, and further because it was the custom to have all great prophets and human leaders begin their public careers by undergoing these supposed seasons of fasting and prayer. It had always been Jesus’ practice, when facing any new or serious decisions, to withdraw for communion with his own spirit that he might seek to know the will of God.
    Σε όλα αυτά τα σχέδια για το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του, ο Ιησούς η ανθρώπινη καρδιά του Ιησού διχαζόταν ανάμεσα σε δύο διαφορετικές πορείες συμπεριφοράς:
136:4.11 (1515.5) In all this planning for the remainder of his earth life, Jesus was always torn in his human heart by two opposing courses of conduct:
    1. Είχε μια ισχυρή επιθυμία να κερδίσει τους ανθρώπους του—και όλο τον κόσμο—να πιστέψουν σε αυτόν και να δεχτούν την νέα πνευματική βασιλεία του. Και γνώριζε καλά τις ιδέες τους για τον επερχόμενο Μεσσία.
136:4.12 (1515.6) 1. He entertained a strong desire to win his people—and the whole world—to believe in him and to accept his new spiritual kingdom. And he well knew their ideas concerning the coming Messiah.
    2. Να ζήσει και να δουλέψει όπως ήξερε ότι θα ενέκρινε ο Πατέρας του, να κάνει το έργο του για λογαριασμό άλλων κόσμων που είχαν ανάγκη, και να συνεχίσει, με την εγκαθίδρυση της βασιλείας, να αποκαλύψει τον Πατέρα και να παρουσιάσει τον θεϊκό του χαρακτήρα αγάπης.
136:4.13 (1515.7) 2. To live and work as he knew his Father would approve, to conduct his work in behalf of other worlds in need, and to continue, in the establishment of the kingdom, to reveal the Father and show forth his divine character of love.
    Όλες αυτές τις επεισοδιακές μέρες ο Ιησούς έμενε σε μια παμπάλαια σπηλιά μέσα στον βράχο, ένα καταφύγιο στην πλευρά των λόφων κοντά σε ένα χωριό που κάποτε λεγόταν Μπέϊτ Άντις. Έπινε από την μικρή πηγή που ανάβλυζε από την πλευρά του λόφου κοντά σε αυτό το καταφύγιο στον βράχο.
136:4.14 (1515.8) Throughout these eventful days Jesus lived in an ancient rock cavern, a shelter in the side of the hills near a village sometime called Beit Adis. He drank from the small spring which came from the side of the hill near this rock shelter.

5. Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

5. The First Great Decision

    Την τρίτη ημέρα αφού άρχισε αυτή την σύσκεψη με τον εαυτό του και τον Προσωποποιημένο Προσαρμοστή του, ο Ιησούς είχε ένα όραμα με τις συγκεντρωμένες ουράνιες στρατιές του Νέβαδον τους σταλμένους από τους διοικητές τους για να υπηρετήσουν το θέλημα του αγαπημένου τους Κυρίαρχου. Αυτό η ισχυρή στρατιά περιλάμβανε δώδεκα λεγεώνες σεραφείμ και ανάλογους αριθμούς από κάθε τάγμα συμπαντικής νοημοσύνης. Και η πρώτη μεγάλη απόφαση που πήρε ο Ιησούς στην απομόνωσή του ήταν για το αν θα έκανε χρήση ή όχι, αυτών των ισχυρών προσωπικοτήτων στο πρόγραμμά του για το λαϊκό του έργο στην Ουράντια.
136:5.1 (1516.1) On the third day after beginning this conference with himself and his Personalized Adjuster, Jesus was presented with the vision of the assembled celestial hosts of Nebadon sent by their commanders to wait upon the will of their beloved Sovereign. This mighty host embraced twelve legions of seraphim and proportionate numbers of every order of universe intelligence. And the first great decision of Jesus’ isolation had to do with whether or not he would make use of these mighty personalities in connection with the ensuing program of his public work on Urantia.
    Ο Ιησούς αποφάσισε να μην αξιοποιήσει ούτε μια από αυτές τις προσωπικότητες αυτής της τεράστιας συνάθροισης εκτός και αν ήταν φανερό ότι αυτό ήταν το θέλημα του Πατέρα του. Παρά αυτή τη γενική απόφαση, αυτή τεράστια στρατιά παρέμεινε μαζί του σε όλη την δοκιμασία της επίγειας ζωής του, πάντα σε ετοιμότητα να υπακούσει στην ελάχιστη έκφραση της θέλησης του Κυρίαρχού τους. Παρόλο που ο Ιησούς δεν έβλεπε συνέχεια αυτές τις βοηθητικές προσωπικότητες με τα ανθρώπινα μάτια του, ο συνδεδεμένος Προσωποποιημένος Προσαρμοστής του έβλεπε συνεχώς, και μπορούσε να επικοινωνήσει με όλους τους.
136:5.2 (1516.2) Jesus decided that he would not utilize a single personality of this vast assemblage unless it should become evident that this was his Father’s will. Notwithstanding this general decision, this vast host remained with him throughout the balance of his earth life, always in readiness to obey the least expression of their Sovereign’s will. Although Jesus did not constantly behold these attendant personalities with his human eyes, his associated Personalized Adjuster did constantly behold, and could communicate with, all of them.
    Πριν γυρίσει από την απομόνωση των σαράντα ημερών στους λόφους, ο Ιησούς ανάθεσε την άμεση διοίκηση αυτών των βοηθητικών στρατιών συμπαντικών προσωπικοτήτων στον μόλις Προσωποποιημένο Προσαρμοστή του, και για πάνω από τέσσερα χρόνια Ουράντιας αυτές οι επιλεγμένες προσωπικότητες από κάθε τμήμα συμπαντικής νοημοσύνης υπάκουα και με σεβασμό λειτουργούσαν κάτω από την σοφή καθοδήγηση αυτού του εξυψωμένου και έμπειρου Προσωποποιημένου Μυστηριώδους Συμβούλου. Αναλαμβάνοντας την διοίκηση αυτής της ισχυρής συνάθροισης, ο Προσαρμοστής, μιας και ήταν κάποτε τμήμα και ουσία του Παραδείσιου Πατέρα, διαβεβαίωσε τον Ιησού ότι σε καμιά περίπτωση αυτές οι υπεράνθρωπες αντιπροσωπείες δεν θα έχουν την άδεια να υπηρετήσουν, ή να εκδηλωθούν σε σχέση, ή για χάρη της επίγειας σταδιοδρομίας του εκτός και αν ήταν φανερό πως ο Πατέρας επιθυμούσε μια τέτοια παρέμβαση. Έτσι με μια μεγάλη απόφαση ο Ιησούς εκούσια στέρησε τον εαυτό του από όλη την υπεράνθρωπη συνεργασία σε όλα τα θέματα που είχαν να κάνουν με το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του εκτός και αν ο Πατέρας ανεξάρτητα αποφάσιζε να επιλέξει να συμμετέχει σε κάποια πράξη ή επεισόδιο των επίγειων έργων του Υιού του.
136:5.3 (1516.3) Before coming down from the forty days’ retreat in the hills, Jesus assigned the immediate command of this attendant host of universe personalities to his recently Personalized Adjuster, and for more than four years of Urantia time did these selected personalities from every division of universe intelligences obediently and respectfully function under the wise guidance of this exalted and experienced Personalized Mystery Monitor. In assuming command of this mighty assembly, the Adjuster, being a onetime part and essence of the Paradise Father, assured Jesus that in no case would these superhuman agencies be permitted to serve, or manifest themselves in connection with, or in behalf of, his earth career unless it should develop that the Father willed such intervention. Thus by one great decision Jesus voluntarily deprived himself of all superhuman co-operation in all matters having to do with the remainder of his mortal career unless the Father might independently choose to participate in some certain act or episode of the Son’s earth labors.
    Δεχόμενος αυτή την διοίκηση των συμπαντικών στρατιών από τον Χριστό Μιχαήλ, ο Προσωποποιημένος Προσαρμοστής έσπευσε να εξηγήσει στον Ιησού ότι ενώ μια τέτοια συνάθροιση συμπαντικών πλασμάτων θα μπορούσε να περιοριστεί στις δραστηριότητες του χώρου της από την εξουσιοδοτημένη εξουσία του Δημιουργού τους, αυτοί οι περιορισμοί δεν ισχύουν στην λειτουργία τους στον χρόνο. Και αυτός ο περιορισμός εξαρτιόταν από το γεγονός ότι οι Προσαρμοστές είναι αχρονικές υπάρξεις μόλις προσωποποιηθούν. Έτσι ο Ιησούς πληροφορήθηκε ότι, ενώ η εξουσία που παραδόθηκε στα χέρια του Προσαρμοστή του πάνω σε αυτές τις διάνοιες ήταν απόλυτη σε ζητήματα χώρου, δεν υπήρχαν τόσο απόλυτοι κανόνες όσον αφορά τα ζητήματα χρόνου. Είπε ο Προσαρμοστής: «Θα επιβάλλω, όπως με πρόσταξες, την εξουσία μου πάνω σε αυτές τις βοηθητικές στρατιές συμπαντικών διανοιών σε οποιοδήποτε θέμα σε σχέση με την επίγεια ζωή σου εκτός από εκείνες τις περιπτώσεις που ο Παραδείσιος Πατέρας με κατευθύνει να απελευθερώσω αυτές τις ομάδες, για να εκπληρωθεί το θείο θέλημα του που εσύ έχεις επιλέξει, και σε εκείνες τις περιπτώσεις που ασχοληθείς με επιλογές ή πράξεις του θεϊκού- ανθρώπινου θελήματός σου που θα έχουν απομακρύνονται από την φυσική επίγεια τάξη των πραγμάτων όσον αφορά τον χρόνο. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι αδύναμος, και τα πλάσματά σου που είναι συγκεντρωμένα εδώ με τελειότητα και ενότητα δύναμης είναι εξ ίσου αβοήθητα. Αν οι ενωμένες φύσεις σου κάποια φορά επιθυμήσουν κάτι τέτοιο, τότε αυτές οι επιθυμίες σου θα εκτελεστούν πάραυτα. Η επιθυμία σου σε αυτές τις θέματα θα αποτελέσει την σύντμηση του χρόνου, και το αντικείμενο προβολής θα είναι υπαρκτό. Κάτω από την εξουσία μου αυτός θα είναι ο μεγαλύτερος δυνατός περιορισμός που θα μπορώ να θέσω στην εν δυνάμει κυριαρχία σου. Στην δική μου σφαίρα ύπαρξης ο χρόνος είναι ανύπαρκτος, και έτσι δεν μπορώ να περιορίσω τα δημιουργήματά σου σε οτιδήποτε έχει σχέση με αυτόν.»
136:5.4 (1516.4) In accepting this command of the universe hosts in attendance upon Christ Michael, the Personalized Adjuster took great pains to point out to Jesus that, while such an assembly of universe creatures could be limited in their space activities by the delegated authority of their Creator, such limitations were not operative in connection with their function in time. And this limitation was dependent on the fact that Adjusters are nontime beings when once they are personalized. Accordingly was Jesus admonished that, while the Adjuster’s control of the living intelligences placed under his command would be complete and perfect as to all matters involving space, there could be no such perfect limitations imposed regarding time. Said the Adjuster: “I will, as you have directed, enjoin the employment of this attendant host of universe intelligences in any manner in connection with your earth career except in those cases where the Paradise Father directs me to release such agencies in order that his divine will of your choosing may be accomplished, and in those instances where you may engage in any choice or act of your divine-human will which shall only involve departures from the natural earth order as to time. In all such events I am powerless, and your creatures here assembled in perfection and unity of power are likewise helpless. If your united natures once entertain such desires, these mandates of your choice will be forthwith executed. Your wish in all such matters will constitute the abridgment of time, and the thing projected is existent. Under my command this constitutes the fullest possible limitation which can be imposed upon your potential sovereignty. In my self-consciousness time is nonexistent, and therefore I cannot limit your creatures in anything related thereto.”
    Έτσι ο Ιησούς πληροφορήθηκε για το πώς θα λειτουργήσει η απόφασή του να συνεχίσει να ζει σαν ένας άνθρωπος ανάμεσα στους άλλους. Με μια του απόφαση μόνο είχε αποκλείσει όλες του τις βοηθητικές συμπαντικές στρατιές από διάφορες νοημοσύνες από την συμμετοχή τους στην ακόλουθη λαϊκή προσφορά του εκτός μόνο από τα θέματα που αφορούσαν τον χρόνο. Έτσι είναι πλέον προφανές ότι οποιαδήποτε υπερφυσική ή υποτιθέμενη υπεράνθρωπη συνοδεία της προσφοράς του Ιησού θα αφορούσε εξ ολοκλήρου την εξάλειψη του χρόνου εκτός και αν ο Πατέρας στον ουρανό πρόσταζε διαφορετικά. Κανένα θαύμα, καμία προσφορά ελέους, ή οποιοδήποτε άλλο πιθανό γεγονός που θα συνέβαινε στην υπόλοιπη επίγεια ζωή του δεν θα μπορούσε να έχει φύση ή χαρακτήρα που να υπερβαίνει τους φυσικούς νόμους που λειτουργούσαν στην Ουράντια εκτός από τα εξειδικευμένα ζητήματα χρόνου. Φυσικά, δεν υπήρχαν περιορισμοί στο «θέλημα του Πατέρα». Η εκμηδένιση του χρόνου σε σχέση με την εκφρασμένη επιθυμία αυτού του εν δυνάμει Κυρίαρχου ενός σύμπαντος θα μπορούσε να αποφευχθεί μόνο από την άμεση και ξεκάθαρη πράξη του θελήματος αυτού του θεανθρώπου όσον αφορά τον χρόνο και την πράξη ή το γεγονός που τίθεται θέμα κάθε φορά, ότι ο χρόνος δεν θα έπρεπε να συντμηθεί ή να απαλειφθεί. Για να αποφευχθεί η εμφάνιση χρονικών θαυμάτων, ήταν απαραίτητο ο Ιησούς να έχει συνεχώς υπόψη του τον χρόνο. Οποιαδήποτε ολίσθηση στην συνειδητοποίηση του χρόνου από αυτόν, σε σχέση με την εκπλήρωση κάποιας συγκεκριμένης επιθυμίας του, θα ήταν ισοδύναμη με την θέσπιση του αντικειμένου που βρισκόταν στον νου αυτού του Δημιουργού Υιού, και χωρίς την παρέμβαση του χρόνου.
136:5.5 (1517.1) Thus did Jesus become apprised of the working out of his decision to go on living as a man among men. He had by a single decision excluded all of his attendant universe hosts of varied intelligences from participating in his ensuing public ministry except in such matters as concerned time only. It therefore becomes evident that any possible supernatural or supposedly superhuman accompaniments of Jesus’ ministry pertained wholly to the elimination of time unless the Father in heaven specifically ruled otherwise. No miracle, ministry of mercy, or any other possible event occurring in connection with Jesus’ remaining earth labors could possibly be of the nature or character of an act transcending the natural laws established and regularly working in the affairs of man as he lives on Urantia except in this expressly stated matter of time. No limits, of course, could be placed upon the manifestations of “the Father’s will.” The elimination of time in connection with the expressed desire of this potential Sovereign of a universe could only be avoided by the direct and explicit act of the will of this God-man to the effect that time, as related to the act or event in question, should not be shortened or eliminated. In order to prevent the appearance of apparent time miracles, it was necessary for Jesus to remain constantly time conscious. Any lapse of time consciousness on his part, in connection with the entertainment of definite desire, was equivalent to the enactment of the thing conceived in the mind of this Creator Son, and without the intervention of time.
    Μέσα από τον εποπτικό έλεγχο του συνδεδεμένου και Προσωποποιημένου Προσαρμοστή του, ο Μιχαήλ ήταν δυνατόν να περιορίζει άψογα τις προσωπικές του γήινες δραστηριότητες όσον αφορά τον χρόνο, αλλά δεν ήταν δυνατόν για τον Υιό του Ανθρώπου να περιορίζει την νέα γήινη κατάστασή του σαν εν δυνάμει Κυρίαρχος του Νέβαδον όσον αφορά τον χρόνο. Και αυτή ήταν η πραγματική κατάσταση του Ιησού από την Ναζαρέτ όταν ξεκίνησε την λαϊκή του προσφορά στην Ουράντια.
136:5.6 (1517.2) Through the supervising control of his associated and Personalized Adjuster it was possible for Michael perfectly to limit his personal earth activities with reference to space, but it was not possible for the Son of Man thus to limit his new earth status as potential Sovereign of Nebadon as regards time. And this was the actual status of Jesus of Nazareth as he went forth to begin his public ministry on Urantia.

6. Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

6. The Second Decision

    Έχοντας τακτοποιήσει την πολιτική του όσον αφορά όλες τις προσωπικότητες όλων των τάξεων των δημιουργημένων διανοιών, όσο μπορούσε να καθοριστεί μπροστά στο έμφυτο δυναμικό της νέας κατάστασης θεϊκότητας, ο Ιησούς τώρα έστρεψε τις σκέψεις του προς τον εαυτό του. Έκανε τώρα αυτός, που γνώριζε απόλυτα ότι ήταν ο δημιουργός όλων των πραγμάτων και των υπάρξεων σε αυτό το σύμπαν, με αυτά τα προνόμια που του έδινε η ιδιότητα του Δημιουργού στις καταστάσεις που θα συναντούσε στην επίγεια ζωή του όταν γύριζε στην Γαλιλαία να αναλάβει το έργο του ανάμεσα στους ανθρώπους; Στην πραγματικότητα, ήδη, ακριβώς εκεί που βρισκόταν σε αυτούς τους έρημους λόφους, είχε κιόλας αυτό το πρόβλημα κάνει την εμφάνισή του πολύ έντονα με την μορφή της ανάγκης για τροφή. Κατά την τρίτη μέρα των μοναχικών συλλογισμών του το ανθρώπινο σώμα του άρχισε να πεινά. Θα έπρεπε τώρα να αναζητήσει τροφή όπως θα έκανε κάθε κοινός άνθρωπος, ή θα έπρεπε απλά να ασκήσει τις φυσιολογικές του δημιουργικές δυνάμεις και να παράγει την κατάλληλη σωματική διατροφή άμεσα; Και αυτή η μεγάλη απόφαση του Κυρίου σας έχει περιγραφεί σαν ένας πειρασμός—σαν μια πρόκληση από υποτιθέμενους εχθρούς σαν «διέταξε αυτές τις πέτρες να γίνουν καρβέλια από ψωμί.»
136:6.1 (1517.3) Having settled his policy concerning all personalities of all classes of his created intelligences, so far as this could be determined in view of the inherent potential of his new status of divinity, Jesus now turned his thoughts toward himself. What would he, now the fully self-conscious creator of all things and beings existent in this universe, do with these creator prerogatives in the recurring life situations which would immediately confront him when he returned to Galilee to resume his work among men? In fact, already, and right where he was in these lonely hills, had this problem forcibly presented itself in the matter of obtaining food. By the third day of his solitary meditations the human body grew hungry. Should he go in quest of food as any ordinary man would, or should he merely exercise his normal creative powers and produce suitable bodily nourishment ready at hand? And this great decision of the Master has been portrayed to you as a temptation—as a challenge by supposed enemies that he “command that these stones become loaves of bread.”
    Ο Ιησούς λοιπόν κατάληξε σε μια άλλη συνεπή πολιτική που θα ακολουθούσε σε όλο το υπόλοιπο επίγειο έργο του. Όσον αφορά τις προσωπικές του ανάγκες, και γενικότερα ακόμα και τις σχέσεις του με άλλες προσωπικότητες, τώρα συνειδητά επέλεξε να ακολουθήσει το μονοπάτι της φυσιολογικής γήινης ύπαρξης¨ καταδίκασε απόλυτα μια πολιτική που θα υπερέβαινε, θα παραβίαζε, ή θα τάραζε τους φυσικούς νόμους που είχε καθιερώσει ο ίδιος. Αλλά δεν μπορούσε να υποσχεθεί στον εαυτό του, όπως ήδη τον είχε προειδοποιήσει ο Προσωποποιημένος Προσαρμοστής του, ότι αυτοί οι φυσικοί νόμοι, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν θα επιταχυνόντουσαν σε μεγάλο βαθμό. Σαν αρχή, ο Ιησούς αποφάσισε ότι το έργο της ζωής του θα οργανωνόταν και θα διεξαγόταν σύμφωνα με την φυσική τάξη και σε αρμονία με την υπάρχουσα κοινωνική δομή. Έτσι, ο Κύριος επέλεξε ένα πρόγραμμα ζωής που ισοδυναμούσε με απόφαση ενάντια σε θαύματα. Πάλι αποφάσισε υπέρ του «θελήματος του ΠατέρỨ ξανά παράδωσε τα πάντα στα χέρια του Παραδείσιου Πατέρα.
136:6.2 (1518.1) Jesus thus settled upon another and consistent policy for the remainder of his earth labors. As far as his personal necessities were concerned, and in general even in his relations with other personalities, he now deliberately chose to pursue the path of normal earthly existence; he definitely decided against a policy which would transcend, violate, or outrage his own established natural laws. But he could not promise himself, as he had already been warned by his Personalized Adjuster, that these natural laws might not, in certain conceivable circumstances, be greatly accelerated. In principle, Jesus decided that his lifework should be organized and prosecuted in accordance with natural law and in harmony with the existing social organization. The Master thereby chose a program of living which was the equivalent of deciding against miracles and wonders. Again he decided in favor of “the Father’s will”; again he surrendered everything into the hands of his Paradise Father.
    Η ανθρώπινη φύση του Ιησού του υπαγόρευε ότι το πρωταρχικό του καθήκον ήταν η αυτοσυντήρηση¨ αυτή είναι η φυσιολογική στάση του κανονικού ανθρώπου στους κόσμους του χώρου και του χρόνου, και γι αυτό είναι η νόμιμη αντίδραση κάθε θνητού της Ουράντια. Αλλά ο Ιησούς δεν ενδιαφερόταν μόνο για αυτόν τον κόσμο και τα πλάσματά του¨ ζούσε μια ζωή προορισμένη να καθοδηγεί και να εμπνέει τα πολυάριθμα πλάσματα ενός αχανούς σύμπαντος.
136:6.3 (1518.2) Jesus’ human nature dictated that the first duty was self-preservation; that is the normal attitude of the natural man on the worlds of time and space, and it is, therefore, a legitimate reaction of a Urantia mortal. But Jesus was not concerned merely with this world and its creatures; he was living a life designed to instruct and inspire the manifold creatures of a far-flung universe.
    Πριν το όραμα της βάπτισής του είχε ζήσει σε απόλυτη υπακοή στο θέλημα και την καθοδήγηση του ουράνιου Πατέρα του. Αποφάσισε στα σίγουρα να συνεχίσει την ίδια ανεπιφύλακτη θνητή του υποταγή στο θέλημα του Πατέρα. Σκόπευε να ακολουθήσει την αφύσικη πορεία—αποφάσισε να μην επιδιώξει την αυτοσυντήρηση. Επέλεξε να συνεχίσει την πολιτική της άρνησης να υπερασπίζεται τον εαυτό του. Διαμόρφωσε τις αποφάσεις του σύμφωνα με τα λόγια των Γραφών που ήταν οικείες στο ανθρώπινο μυαλό: « Ο άνθρωπος δεν θα ζει μόνο με ψωμί αλλά και με όλα τα λόγια που προέρχονται από το στόμα του Θεού.» Φτάνοντας σε αυτή την απόφαση σε σχέση με την όρεξη της ανθρώπινης φύσης όπως εκφράζεται με την πείνα για τροφή, ο Υιός του Ανθρώπου έκανε και την τελική του διακήρυξη που αφορά όλες τις άλλες ανθρώπινες ορμές της σάρκας και τα σωματικά ένστικτα της ανθρώπινης φύσης.
136:6.4 (1518.3) Before his baptismal illumination he had lived in perfect submission to the will and guidance of his heavenly Father. He emphatically decided to continue on in just such implicit mortal dependence on the Father’s will. He purposed to follow the unnatural course—he decided not to seek self-preservation. He chose to go on pursuing the policy of refusing to defend himself. He formulated his conclusions in the words of Scripture familiar to his human mind: “Man shall not live by bread alone but by every word that proceeds from the mouth of God.” In reaching this conclusion in regard to the appetite of the physical nature as expressed in hunger for food, the Son of Man made his final declaration concerning all other urges of the flesh and the natural impulses of human nature.
    Μπορεί τις υπεράνθρωπες δυνάμεις του να τις χρησιμοποιούσε για τους άλλους, αλλά ποτέ για τον εαυτό του. Και ακολούθησε αυτή την τακτική μέχρι το τέλος, τότε που τον προκαλούσαν χλευαστικά και του έλεγαν: «Έσωσε τους άλλους¨ όμως τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει»—επειδή δεν ήθελε.
136:6.5 (1518.4) His superhuman power he might possibly use for others, but for himself, never. And he pursued this policy consistently to the very end, when it was jeeringly said of him: “He saved others; himself he cannot save”—because he would not.
    Οι Εβραίοι περίμεναν έναν Μεσσία που θα έκανε ακόμα μεγαλύτερα θαύματα από τον Μωυσή, που φημιζόταν ότι έβγαλε νερό από ένα βράχο στην έρημο και ότι τάϊσε τους προγόνους τους με το μάννα εξ ουρανού μέσα στην ερημιά. Ο Ιησούς γνώριζε τι είδους Μεσσία περίμεναν οι συμπατριώτες του, και είχε όλες τις δυνάμεις και τα προνόμια να ανταπεξέλθει και στις πιο απαιτητικές τους προσδοκίες, αλλά αποφάσισε να μην ακολουθήσει ένα τέτοιο μεγαλόπρεπο πρόγραμμα επίδειξης δύναμης και δόξας. Ο Ιησούς θεωρούσε ότι αυτή η πορεία των αναμενόμενων θαυμάτων θα ήταν ένα πισωγύρισμα στις παλιές μέρες της άγνοιας της μαγείας εξαιτίας της άγνοιας και των εξευτελιστικών πρακτικών των πρωτόγονων μάγων. Ίσως, για την σωτηρία των δημιουργημάτων του, να επιτάχυνε τον φυσικό νόμο, αλλά να υπερβεί τους νόμους που έχει θέσει ο ίδιος, είτε για προσωπικό του όφελος ή για να εξαναγκάσει τους άλλους ανθρώπους να τον υπακούν, αυτό δεν θα το έκανε ποτέ. Και η απόφαση του Κυρίου ήταν οριστική.
136:6.6 (1518.5) The Jews were expecting a Messiah who would do even greater wonders than Moses, who was reputed to have brought forth water from the rock in a desert place and to have fed their forefathers with manna in the wilderness. Jesus knew the sort of Messiah his compatriots expected, and he had all the powers and prerogatives to measure up to their most sanguine expectations, but he decided against such a magnificent program of power and glory. Jesus looked upon such a course of expected miracle working as a harking back to the olden days of ignorant magic and the degraded practices of the savage medicine men. Possibly, for the salvation of his creatures, he might accelerate natural law, but to transcend his own laws, either for the benefit of himself or the overawing of his fellow men, that he would not do. And the Master’s decision was final.
    Ο Ιησούς πονούσε για τους ανθρώπους του¨ καταλάβαινε απόλυτα πως είχαν οδηγηθεί προς την προσδοκία για τον αναμενόμενο Μεσσία, την στιγμή που «η γη θα δίνει τους καρπούς της εκατονταπλάσιους, και πάνω στο ένα κλήμα θα κρέμονται χίλια κλαδιά, και κάθε κλαδί θα έχει χίλια τσαμπιά, και κάθε τσαμπί θα βγάζει ένα γαλλόνι κρασί.» Οι Εβραίοι πίστευαν ότι ο Μεσσίας θα τους εισήγαγε σε μια περίοδο θαυμαστής αφθονίας. Οι Εβραίοι είχαν ανατραφεί για πολύ με παραδόσεις και θρύλους θαυμάτων
136:6.7 (1518.6) Jesus sorrowed for his people; he fully understood how they had been led up to the expectation of the coming Messiah, the time when “the earth will yield its fruits ten thousandfold, and on one vine there will be a thousand branches, and each branch will produce a thousand clusters, and each cluster will produce a thousand grapes, and each grape will produce a gallon of wine.” The Jews believed the Messiah would usher in an era of miraculous plenty. The Hebrews had long been nurtured on traditions of miracles and legends of wonders.
    Αυτός δεν ήταν ένας Μεσσίας που ερχόταν για να πολλαπλασιάσει το ψωμί και το κρασί. Δεν ήρθε για να υπηρετήσει μόνο τις εφήμερες ανάγκες των ανθρώπων¨ ήρθε για να αποκαλύψει τον Πατέρα του στον ουρανό στα παιδιά του στην γη, ενώ συγχρόνως επιδίωκε να οδηγήσει τα επίγεια παιδιά του να έρθουν μαζί του σε μια ειλικρινή προσπάθεια να ζήσουν σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα στον ουρανό.
136:6.8 (1519.1) He was not a Messiah coming to multiply bread and wine. He came not to minister to temporal needs only; he came to reveal his Father in heaven to his children on earth, while he sought to lead his earth children to join him in a sincere effort so to live as to do the will of the Father in heaven.
    Με αυτή του την απόφαση ο Ιησούς από την Ναζαρέτ παρουσίασε σε ένα σύμπαν θεατή την αφροσύνη και την αμαρτία του ξεπουλήματος των θεϊκών ταλέντων και των Θεόσταλτων ικανοτήτων για προσωπική ανάδειξη ή για απλά εγωιστικές απολαβές και εξωραϊσμούς. Αυτή ήταν η αμαρτία του Λούσιφερ και του Καλιγάστια.
136:6.9 (1519.2) In this decision Jesus of Nazareth portrayed to an onlooking universe the folly and sin of prostituting divine talents and God-given abilities for personal aggrandizement or for purely selfish gain and glorification. That was the sin of Lucifer and Caligastia.
    Αυτή η σπουδαία απόφαση του Ιησού απεικονίζει με δραματικό τρόπο την αλήθεια ότι η εγωιστική και αισθησιακή ικανοποίηση, από μόνη της, δεν είναι ικανή να φέρει την ευτυχία στις εξελισσόμενες ανθρώπινες υπάρξεις. Υπάρχουν ανώτερες αξίες στην θνητή ύπαρξη—τα διανοητικά και πνευματικά επιτεύγματα—που υπερβαίνουν κατά πολύ την αναγκαία ικανοποίηση των απλά σωματικών ορέξεων και ορμέφυτων του ανθρώπου. Τα φυσικά χαρίσματα, ταλέντα και ικανότητες του ανθρώπου θα πρέπει να είναι αφιερωμένα κύρια στην ανάπτυξη και εξευγένιση των ανώτερων δυνάμεων του νου και του πνεύματός του.
136:6.10 (1519.3) This great decision of Jesus portrays dramatically the truth that selfish satisfaction and sensuous gratification, alone and of themselves, are not able to confer happiness upon evolving human beings. There are higher values in mortal existence—intellectual mastery and spiritual achievement—which far transcend the necessary gratification of man’s purely physical appetites and urges. Man’s natural endowment of talent and ability should be chiefly devoted to the development and ennoblement of his higher powers of mind and spirit.
    Ο Ιησούς αποκάλυψε έτσι στα πλάσματα του σύμπαντός του την τεχνική του νέου και καλύτερου δρόμου, των υψηλότερων ηθικών αξιών ζωής και των βαθύτερων πνευματικών ικανοποιήσεων της εξελικτικής ανθρώπινης ύπαρξης στους κόσμους του χώρου.
136:6.11 (1519.4) Jesus thus revealed to the creatures of his universe the technique of the new and better way, the higher moral values of living and the deeper spiritual satisfactions of evolutionary human existence on the worlds of space.

7. Η ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

7. The Third Decision

    Έχοντας πάρει τις αποφάσεις του σχετικά με αυτά τα θέματα της τροφής και της φυσικής φροντίδας στις ανάγκες του υλικού σώματος, την φροντίδα για την υγεία του ίδιου και των συνεργατών του, έμενε και άλλα προβλήματα προς επίλυση. Ποια θα ήταν η στάση του όταν αντιμετώπιζε προσωπικό κίνδυνο; Αποφάσισε να ασκεί κάποια φυσιολογική προσοχή για την ανθρώπινη ασφάλειά του και να πάρει και κάποιες λογικές προφυλάξεις για να εμποδίσει την πρόωρη λήξη της επίγειας ζωής του αλλά να αποφύγει όλες τις υπεράνθρωπες παρεμβάσεις όταν ερχόταν η κρίση της ζωής του στην σάρκα. Όταν έφτανε σε αυτήν την απόφαση, ο Ιησούς καθόταν κάτω από την σκιά ενός δέντρου πάνω σε μια προεξοχή του βράχου με έναν γκρεμό ακριβώς μπροστά του. Ήξερε πολύ καλά ότι μπορούσε να πηδήξει στο κενό, και να μην του συνέβαινε τίποτα κακό αν μόνο αναιρούσε την πρώτη του μεγάλη απόφαση να μην προκαλέσει την παρέμβαση των ουράνιων νοήμονων υπάρξεών του στην επιτέλεση του έργου του στην Ουράντια, και αν ακύρωνε την δεύτερή του μεγάλη απόφαση για την στάση του προς την αυτοσυντήρηση.
136:7.1 (1519.5) Having made his decisions regarding such matters as food and physical ministration to the needs of his material body, the care of the health of himself and his associates, there remained yet other problems to solve. What would be his attitude when confronted by personal danger? He decided to exercise normal watchcare over his human safety and to take reasonable precaution to prevent the untimely termination of his career in the flesh but to refrain from all superhuman intervention when the crisis of his life in the flesh should come. As he was formulating this decision, Jesus was seated under the shade of a tree on an overhanging ledge of rock with a precipice right there before him. He fully realized that he could cast himself off the ledge and out into space, and that nothing could happen to harm him provided he would rescind his first great decision not to invoke the interposition of his celestial intelligences in the prosecution of his lifework on Urantia, and provided he would abrogate his second decision concerning his attitude toward self-preservation.
    Ο Ιησούς γνώριζε ότι οι συμπατριώτες του περίμεναν έναν Μεσσία που θα ήταν υπεράνω του φυσικού νόμου. Το ήξερε καλά αυτό από τις Γραφές: «Δεν θα σου συμβεί κανένα κακό, ούτε καμιά ασθένεια. Γιατί αυτός θα σου δώσει τους αγγέλους του να σε φυλάνε σε όλα σου τα βήματα. Θα σε σηκώσουν ψηλά στα χέρια τους για να μην σκοντάψεις πουθενά.» Να δικαίωνε αυτές τις υποθέσεις, και να αψηφούσε τους νόμους της βαρύτητας του Πατέρα του για να προστατευτεί από πιθανό κακό, ή να προσπαθήσει μήπως τυχόν μπορέσει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των παραπλανημένων και σαστισμένων ανθρώπων του; Αλλά μια τέτοια πορεία, όσο και να δικαίωνε τους Εβραίους που περίμεναν τα σημάδια, δεν θα ήταν αποκάλυψη του Πατέρα του, αλλά ένα ύποπτο παιχνίδι με τους καθιερωμένους νόμους του σύμπαντος των συμπάντων.
136:7.2 (1519.6) Jesus knew his fellow countrymen were expecting a Messiah who would be above natural law. Well had he been taught that Scripture: “There shall no evil befall you, neither shall any plague come near your dwelling. For he shall give his angels charge over you, to keep you in all your ways. They shall bear you up in their hands lest you dash your foot against a stone.” Would this sort of presumption, this defiance of his Father’s laws of gravity, be justified in order to protect himself from possible harm or, perchance, to win the confidence of his mistaught and distracted people? But such a course, however gratifying to the sign-seeking Jews, would be, not a revelation of his Father, but a questionable trifling with the established laws of the universe of universes.
    Καταλαβαίνοντας όλα αυτά και γνωρίζοντας ότι ο Κύριος αρνήθηκε να εργαστεί αψηφώντας τους καθιερωμένους φυσικούς νόμους σχετικά με την προσωπική του συμπεριφορά, ξέρετε πλέον με σιγουριά ότι ποτέ δεν περπάτησε πάνω στο νερό ούτε έκανε τίποτα άλλο που θα διατάραζε την υλική τάξη του κόσμου¨ πάντα βέβαια έχοντας υπόψη μας ότι δεν μπορούσε να υπάρξει απόλυτος έλεγχος στο στοιχείο του χρόνου σε σχέση με αυτά τα θέματα που είχαν τεθεί στην δικαιοδοσία του Προσωποποιημένου Προσαρμοστή του.
136:7.3 (1519.7) Understanding all of this and knowing that the Master refused to work in defiance of his established laws of nature in so far as his personal conduct was concerned, you know of a certainty that he never walked on the water nor did anything else which was an outrage to his material order of administering the world; always, of course, bearing in mind that there had, as yet, been found no way whereby he could be wholly delivered from the lack of control over the element of time in connection with those matters put under the jurisdiction of the Personalized Adjuster.
    Σε όλη του την επίγεια ζωή του ο Ιησούς ήταν συνεπής σε αυτή του την απόφαση. Όσο και να τον προκαλούσαν χλευαστικά οι Φαρισαίοι για ένα σημάδι, ή όσο και να τον προκαλούσαν οι θεατές στον Κρανίου Τόπο να κατέβει από τον σταυρό, αυτός επίμονα έμεινε στην απόφαση που είχε πάρει αυτήν την στιγμή πάνω στον λόφο.
136:7.4 (1520.1) Throughout his entire earth life Jesus was consistently loyal to this decision. No matter whether the Pharisees taunted him for a sign, or the watchers at Calvary dared him to come down from the cross, he steadfastly adhered to the decision of this hour on the hillside.

8. Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

8. The Fourth Decision

    Το επόμενο μεγάλο πρόβλημα με το οποίο καταπιάστηκε αυτός ο Θεάνθρωπος και για το οποίο σύντομα αποφάσισε σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα στον ουρανό, αφορούσε το ερώτημα αν θα έπρεπε ή όχι να χρησιμοποιήσει κάποια από τις υπεράνθρωπες δυνάμεις του με τον σκοπό να προσελκύσει την προσοχή και να κερδίσει την πίστη των συνανθρώπων του. Αν θα έπρεπε με οποιοδήποτε τρόπο να δανείσει τις συμπαντικές δυνάμεις του για την ικανοποίηση της λαχτάρας των Ιουδαίων για το εντυπωσιακό και το θαυμαστό; Αποφάσισε ότι δεν έπρεπε. Κατάληξε σε μια τακτική που θα απάλειφε όλες τις παρόμοιες τακτικές από την μέθοδό της πρόκλησης της προσοχής των συνανθρώπων του στην αποστολή του. Και έζησε με συνέπεια προς αυτή του την μεγάλη απόφαση. Ακόμα και όταν επέτρεπε την εκδήλωση πολλών χρονικών συντομεύσεων στην απονομή ελέους , σχεδόν πάντα ζητούσε από τους αποδέκτες της θεραπευτικής προσφοράς του να μην πουν σε κανέναν για το καλό που τους συνέβη. Και πάντα απόρριπτε τις χλευαστικές προκλήσεις των εχθρών του «να μας δείξεις ένα σημάδι» προς απόδειξη και επίδειξη της θεϊκότητάς του.
136:8.1 (1520.2) The next great problem with which this God-man wrestled and which he presently decided in accordance with the will of the Father in heaven, concerned the question as to whether or not any of his superhuman powers should be employed for the purpose of attracting the attention and winning the adherence of his fellow men. Should he in any manner lend his universe powers to the gratification of the Jewish hankering for the spectacular and the marvelous? He decided that he should not. He settled upon a policy of procedure which eliminated all such practices as the method of bringing his mission to the notice of men. And he consistently lived up to this great decision. Even when he permitted the manifestation of numerous time-shortening ministrations of mercy, he almost invariably admonished the recipients of his healing ministry to tell no man about the benefits they had received. And always did he refuse the taunting challenge of his enemies to “show us a sign” in proof and demonstration of his divinity.
    Ο Ιησούς πολύ σοφά πρόβλεψε ότι αν έκανε θαύματα θα προκαλούσε μόνο την επιφανειακή υπακοή παραβιάζοντας τον υλικό νου¨ τέτοιες εκδηλώσεις δεν θα αποκάλυπταν τον Θεό ούτε θα έσωζαν τους ανθρώπους. Δεν ήθελε να γίνει ένας απλός θαυματοποιός. Αποφάσισε να ασχοληθεί μόνο με ένα έργο—την εγκαθίδρυση της βασιλείας των ουρανών.
136:8.2 (1520.3) Jesus very wisely foresaw that the working of miracles and the execution of wonders would call forth only outward allegiance by overawing the material mind; such performances would not reveal God nor save men. He refused to become a mere wonder-worker. He resolved to become occupied with but a single task—the establishment of the kingdom of heaven.
    Κατά την διάρκεια όλου αυτού του βαρυσήμαντου διαλόγου της επικοινωνίας του Ιησού με τον εαυτό του, πάντα ήταν παρόν και το ανθρώπινο στοιχείο της απορίας και σχεδόν της αμφιβολίας, γιατί ο Ιησούς ήταν και άνθρωπος εκτός από Θεός. Ήταν φανερό ότι ποτέ δεν θα γινόταν αποδεκτός από τους Εβραίους σαν Μεσσίας αν δεν έκανε θαύματα. Εξάλλου, αν δεχόταν να κάνει έστω και ένα αφύσικο πράγμα, ο ανθρώπινος νους θα ήξερε με σιγουριά ότι γινόταν από ένα πραγματικά θεϊκό νου. Θα ήταν σύμφωνο με το «θέλημα του Πατέρα» αν ο θεϊκός νους έκανε αυτή την παραχώρηση στην φυσική αμφισβήτηση του ανθρώπινου νου; Ο Ιησούς αποφάσισε ότι δεν θα ήταν και παρέπεμψε στην παρουσία του Προσωποποιημένου Προσαρμοστή σαν επαρκή απόδειξη της θεϊκότητας που συνεταιρίζεται με την ανθρωπότητα.
136:8.3 (1520.4) Throughout all this momentous dialogue of Jesus’ communing with himself, there was present the human element of questioning and near-doubting, for Jesus was man as well as God. It was evident he would never be received by the Jews as the Messiah if he did not work wonders. Besides, if he would consent to do just one unnatural thing, the human mind would know of a certainty that it was in subservience to a truly divine mind. Would it be consistent with “the Father’s will” for the divine mind to make this concession to the doubting nature of the human mind? Jesus decided that it would not and cited the presence of the Personalized Adjuster as sufficient proof of divinity in partnership with humanity.
    Ο Ιησούς είχε ταξιδέψει πολύ¨ θυμόταν την Ρώμη, την Αλεξάνδρεια, και την Δαμασκό. Γνώριζε τις μεθόδους του κόσμου—πως οι άνθρωποι κέρδιζαν στην πολιτική και στο εμπόριο με τους συμβιβασμούς και την διπλωματία. Να αξιοποιούσε αυτή την γνώση στην αποστολή του στην γη; Όχι! Έτσι αποφάσισε ενάντια σε κάθε συμβιβασμό τις αντιλήψεις του κόσμου και την επιρροή του πλούτου στην καθιέρωση της βασιλείας των ουρανών. Πάλι επέλεξε να βασίζεται απόλυτα στο θ’έλημα του Πατέρα.
136:8.4 (1520.5) Jesus had traveled much; he recalled Rome, Alexandria, and Damascus. He knew the methods of the world—how people gained their ends in politics and commerce by compromise and diplomacy. Would he utilize this knowledge in the furtherance of his mission on earth? No! He likewise decided against all compromise with the wisdom of the world and the influence of riches in the establishment of the kingdom. He again chose to depend exclusively on the Father’s will.
    Ο Ιησούς γνώριζε πολύ καλά τους εύκολους και γρήγορους δρόμους που είχε την δύναμη να χρησιμοποιήσει. Ήξερε πολλούς τρόπους με τους οποίους η προσοχή του έθνους και ολόκληρου του κόσμου, θα μπορούσε να στραφεί αμέσως επάνω του. Πολύ σύντομα θα εορταζόταν το Πάσχα στην Ιερουσαλήμ¨ η πόλη θα ήταν γεμάτη επισκέπτες. Θα μπορούσε να ανέβει στην στέγη του ναού και μπροστά στο έκπληκτο πλήθος να περπατήσει στον αέρα¨ αυτό θα ήταν το είδος του Μεσσία που έψαχναν. Αλλά έμελλε να τους απογοητεύσει αφού δεν είχε έρθει για να αναστηλώσει τον θρόνο του Δαβίδ. Και γνώριζε την ματαιότητα της μεθόδου του Καλιγάστια που προσπάθησε να υπερβεί τον φυσικό, αργό και σίγουρο τρόπο της επίτευξης του θεϊκού σκοπού. Και πάλι ο Υιός του Ανθρώπου έσκυψε με υπακοή στον δρόμο του Πατέρα, στο θέλημα του Πατέρα.
136:8.5 (1520.6) Jesus was fully aware of the short cuts open to one of his powers. He knew many ways in which the attention of the nation, and the whole world, could be immediately focused upon himself. Soon the Passover would be celebrated at Jerusalem; the city would be thronged with visitors. He could ascend the pinnacle of the temple and before the bewildered multitude walk out on the air; that would be the kind of a Messiah they were looking for. But he would subsequently disappoint them since he had not come to re-establish David’s throne. And he knew the futility of the Caligastia method of trying to get ahead of the natural, slow, and sure way of accomplishing the divine purpose. Again the Son of Man bowed obediently to the Father’s way, the Father’s will.
    Ο Ιησούς επέλεξε να εγκαταστήσει την βασιλεία των ουρανών στις καρδιές των ανθρώπων με τον φυσικό, συνηθισμένο, δύσκολο, και όλο δοκιμασίες τρόπο, ακριβώς με την διαδικασία που τα γήινα παιδιά του θα έπρεπε να ακολουθήσουν όταν θα προσπαθούσαν να μεγεθύνουν και να επεκτείνουν το ουράνιο βασίλειο. Γιατί πολύ καλά γνώριζε ο Υιός του Ανθρώπου ότι θα ήταν «μέσα από πολλές δοκιμασίες που πολλά από τα παιδιά όλων των εποχών θα έμπαιναν στην βασιλεία». Ο Ιησούς τώρα περνούσε την μεγάλη δοκιμασία του πολιτισμένου ανθρώπου, που ενώ έχει δύναμη αρνείται σταθερά να την χρησιμοποιήσει για απλά εγωιστικούς και προσωπικούς σκοπούς.
136:8.6 (1521.1) Jesus chose to establish the kingdom of heaven in the hearts of mankind by natural, ordinary, difficult, and trying methods, just such procedures as his earth children must subsequently follow in their work of enlarging and extending that heavenly kingdom. For well did the Son of Man know that it would be “through much tribulation that many of the children of all ages would enter into the kingdom.” Jesus was now passing through the great test of civilized man, to have power and steadfastly refuse to use it for purely selfish or personal purposes.
    Όταν σκέφτεστε την ζωή και το έργο του Υιού του Ανθρώπου, θα έπρεπε πάντα να έχετε κατά νου ότι ο Υιός του Θεού είχε ενσαρκωθεί με το μυαλό ενός ανθρώπου του πρώτου αιώνα, και όχι με το μυαλό ενός θνητού του εικοστού αιώνα ή κάποιου άλλου αιώνα. Με αυτό θέλουμε να εξηγήσουμε ότι τα ανθρώπινα χαρίσματα του Ιησού ήταν αποκτημένα με απόλυτα φυσικό τρόπο. Ήταν το προϊόν της κληρονομικότητας και παραγόντων του περιβάλλοντος του καιρού του, συν την εκπαίδευσή του και την μόρφωσή του. Η ανθρώπινη φύση του ήταν γνήσια, φυσιολογικά, και προερχόντουσαν εξ ολοκλήρου από τους προγόνους του και από την πραγματική διανοητική κατάσταση και τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της εποχής και της γενιάς του. Ενώ στην ζωή αυτού του Θεανθρώπου υπήρχε πάντα η πιθανότητα ο θεϊκός νους να υπερβεί τον ανθρώπινο νου, όμως, όταν λειτουργούσε ο ανθρώπινος νους του, ήταν με τον τρόπο που λειτουργεί ένας αληθινός θνητός νους κάτω από τις συνθήκες του περιβάλλοντος της εποχής του.
136:8.7 (1521.2) In your consideration of the life and experience of the Son of Man, it should be ever borne in mind that the Son of God was incarnate in the mind of a first-century human being, not in the mind of a twentieth-century or other-century mortal. By this we mean to convey the idea that the human endowments of Jesus were of natural acquirement. He was the product of the hereditary and environmental factors of his time, plus the influence of his training and education. His humanity was genuine, natural, wholly derived from the antecedents of, and fostered by, the actual intellectual status and social and economic conditions of that day and generation. While in the experience of this God-man there was always the possibility that the divine mind would transcend the human intellect, nonetheless, when, and as, his human mind functioned, it did perform as would a true mortal mind under the conditions of the human environment of that day.
    Ο Ιησούς έδειξε σε όλους τους κόσμους του τεράστιου σύμπαντός του την αφροσύνη της δημιουργίας τεχνητών καταστάσεων για τον σκοπό της επίδειξης αυθαίρετης εξουσίας ή της άσκησης υπερβολικής δύναμης με τον σκοπό της επέκτασης των ηθικών αξιών ή της επιτάχυνσης της πνευματικής προόδου. Ο Ιησούς αποφάσισε να μην παραχωρήσει την αποστολή του στην γη για την επανάληψη της απογοήτευσης της βασιλείας των Μακκαβαίων. Αρνήθηκε να ξεπουλήσει τις θεϊκές του ιδιότητες με τον σκοπό να αποκτήσει εύκολα δημοτικότητα ή για να κερδίσει πολιτικό κύρος. Δεν επικρατούσε την μεταλλαγή της θεϊκής και δημιουργικής του ενέργειας σε εθνική δύναμη ή διεθνές κύρος. Ο Ιησούς από την Ναζαρέτ αρνήθηκε να συμβιβαστεί με το κακό, και ακόμα περισσότερο να εναρμονιστεί με την αμαρτία. Ο Κύριος θριαμβευτικά έβαλε την υπακοή στο θέλημα του Πατέρα πάνω κάθε άλλη γήινη και εφήμερη άποψη.
136:8.8 (1521.3) Jesus portrayed to all the worlds of his vast universe the folly of creating artificial situations for the purpose of exhibiting arbitrary authority or of indulging exceptional power for the purpose of enhancing moral values or accelerating spiritual progress. Jesus decided that he would not lend his mission on earth to a repetition of the disappointment of the reign of the Maccabees. He refused to prostitute his divine attributes for the purpose of acquiring unearned popularity or for gaining political prestige. He would not countenance the transmutation of divine and creative energy into national power or international prestige. Jesus of Nazareth refused to compromise with evil, much less to consort with sin. The Master triumphantly put loyalty to his Father’s will above every other earthly and temporal consideration.

9. Η ΠΕΜΠΤΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

9. The Fifth Decision

    Έχοντας κατασταλάξει στα θέματα πολιτικής που θα ακολουθούσε στις ατομικές του σχέσεις με την φυσική τάξη και πνευματική δύναμη, έστρεψε την προσοχή του στην επιλογή των μεθόδων που θα χρησιμοποιούσε για την διακήρυξη και την καθιέρωση της βασιλείας του Θεού. Ο Ιωάννης ήδη είχε αρχίσει αυτό το έργο¨ πώς να συνέχιζε το μήνυμα; Πώς να αναλάμβανε την αποστολή του Ιωάννη; Πώς να οργάνωνε τους οπαδούς του για να έχουν οι προσπάθειές τους αποτέλεσμα και να συνεργάζονται καλά; Ο Ιησούς τώρα έφτανε στην τελευταία απόφαση που θα απέκλειε εντελώς την Ιουδαϊκή άποψη για τον Μεσσία, τουλάχιστον όπως καταλάβαιναν τον Μεσσία την εποχή εκείνη.
136:9.1 (1521.4) Having settled such questions of policy as pertained to his individual relations to natural law and spiritual power, he turned his attention to the choice of methods to be employed in the proclamation and establishment of the kingdom of God. John had already begun this work; how might he continue the message? How should he take over John’s mission? How should he organize his followers for effective effort and intelligent co-operation? Jesus was now reaching the final decision which would forbid that he further regard himself as the Jewish Messiah, at least as the Messiah was popularly conceived in that day.
    Οι Ιουδαίοι είχαν οραματιστεί έναν απελευθερωτή που θα ερχόταν με θαυμαστή δύναμη για να πατάξει τους εχθρούς του Ισραήλ και θα αναδείκνυε τους Εβραίους σαν παγκόσμιους κυβερνήτες, απαλλαγμένους από ανάγκες και καταπίεση. Ο Ιησούς ήξερε ότι αυτή η ελπίδα θα πραγματοποιείτο ποτέ. Γνώριζε ότι η βασιλεία των ουρανών είχε να κάνει με την κατάργηση του κακού στις καρδιές των ανθρώπων, και ότι ήταν καθαρά πνευματικό θέμα. Σκέφτηκε καλά την σκοπιμότητα της προώθησης του πνευματικού βασιλείου με μια λαμπρή και εκτυφλωτική επίδειξη δύναμης—και μια τέτοια πορεία θα ήταν απόλυτα αποδεκτή και μέσα στην δικαιοδοσία του Μιχαήλ—αλλά αποφάσισε κάθετα ενάντια σε ένα τέτοιο σχέδιο. Δεν θα συμφωνούσε με τις επαναστατικές τεχνικές του Καλιγάστια. Είχε κερδίσει τον εν δυνάμει κόσμο υπακούοντας στο θέλημα του Πατέρα, και είχε τ6ην πρόθεση να συνεχίσει το έργο του όπως το είχε αρχίσει, και σαν Υιός του Ανθρώπου.
136:9.2 (1522.1) The Jews envisaged a deliverer who would come in miraculous power to cast down Israel’s enemies and establish the Jews as world rulers, free from want and oppression. Jesus knew that this hope would never be realized. He knew that the kingdom of heaven had to do with the overthrow of evil in the hearts of men, and that it was purely a matter of spiritual concern. He thought out the advisability of inaugurating the spiritual kingdom with a brilliant and dazzling display of power—and such a course would have been permissible and wholly within the jurisdiction of Michael—but he fully decided against such a plan. He would not compromise with the revolutionary techniques of Caligastia. He had won the world in potential by submission to the Father’s will, and he proposed to finish his work as he had begun it, and as the Son of Man.
    Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι θα είχε γίνει στην Ουράντια αν αυτός ο Θεάνθρωπος, τώρα κυρίαρχος πάσης δύναμης στον ουρανό και στην γη, αποφάσιζε κάποια στιγμή να ξεδιπλώσει το λάβαρο της κυριαρχίας του, να επιστρατεύσει τα θαυμαστά του τάγματα σε στρατιωτική παράταξη! Αλλά δεν ήθελε να συμβιβαστεί. Δεν θα υπηρετούσε το κακό και δεν ήθελε η λατρεία προς τον Θεό να προέρχεται από αυτό. Θα ακολουθούσε το θέλημα του Πατέρα. Θα διακήρυσσε σε ένα σύμπαν θεατή, «Θα λατρεύετε τον Κύριο και Θεό σας και μόνον αυτόν θα υπηρετείτε.»
136:9.3 (1522.2) You can hardly imagine what would have happened on Urantia had this God-man, now in potential possession of all power in heaven and on earth, once decided to unfurl the banner of sovereignty, to marshal his wonder-working battalions in militant array! But he would not compromise. He would not serve evil that the worship of God might presumably be derived therefrom. He would abide by the Father’s will. He would proclaim to an onlooking universe, “You shall worship the Lord your God and him only shall you serve.”
    Όσο περνούσαν οι μέρες, ο Ιησούς με όλο και μεγαλύτερη καθαρότητα αντιλαμβανόταν τι είδους φανερωτής της αλήθειας θα γινόταν. Διέκρινε ότι ο δρόμος του Θεού δεν θα ήταν ο εύκολος δρόμος. Άρχισε να συνειδητοποιεί ότι το υπόλοιπο ποτήρι του επίγειου βίου του μπορεί να ήταν πικρό, αλλά αποφάσισε να το πιει.
136:9.4 (1522.3) As the days passed, with ever-increasing clearness Jesus perceived what kind of a truth-revealer he was to become. He discerned that God’s way was not going to be the easy way. He began to realize that the cup of the remainder of his human experience might possibly be bitter, but he decided to drink it.
    Ακόμα και ο ανθρώπινος νους του αποχαιρέτησε τον θρόνο του Δαβίδ. Βήμα βήμα αυτός ο ανθρώπινος νους ακολουθεί το μονοπάτι του θεϊκού. Ο ανθρώπινος νους ακόμα έκανε ερωτήσεις αλλά πάντα δέχεται τις θεϊκές απαντήσεις σαν τελικές κατευθύνσεις στην σύνθετη ζωή σαν άνθρωπος του κόσμου ενώ όλη την ώρα υπάκουε απόλυτα στην αιώνια θεϊκή θέληση του Πατέρα.
136:9.5 (1522.4) Even his human mind is saying good-bye to the throne of David. Step by step this human mind follows in the path of the divine. The human mind still asks questions but unfailingly accepts the divine answers as final rulings in this combined life of living as a man in the world while all the time submitting unqualifiedly to the doing of the Father’s eternal and divine will.
    Η Ρώμη ήταν η κυρίαρχος του Δυτικού κόσμου. Ο Υιός του Ανθρώπου, που έπαιρνε τώρα απομονωμένος αυτές τις βαρυσήμαντες αποφάσεις, με τις στρατιές του ουρανού στην διάθεσή του, αντιπροσώπευε την τελευταία ευκαιρία των Εβραίων να αποκτήσουν παγκόσμια κυριαρχία¨ αλλά αυτός ο Εβραίος στην γη, που κατείχε τέτοια μεγάλη σοφία και δύναμη, αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει τα συμπαντικά του προνομιακά χαρίσματα είτε για την προσωπική του ανάδειξη είτε για την δόξα του λαού του. Έβλεπε, έτσι όπως ήταν, «τα βασίλεια αυτού του κόσμου», και είχε την δύναμη να τα καταλάβει όλα. Οι Ύψιστοι της Εντέντια του είχαν παραχωρήσει όλες αυτές τις δυνάμεις, αλλά αυτός δεν τις ήθελε. Τα βασίλεια της γης ήταν ευτελή πράγματα για να ενδιαφέρουν τον Δημιουργό και Κυβερνήτη ενός σύμπαντος. Είχε μόνο ένα αντικείμενο, την περαιτέρω αποκάλυψη του ουράνιου Πατέρα στις καρδιές των ανθρώπων.
136:9.6 (1522.5) Rome was mistress of the Western world. The Son of Man, now in isolation and achieving these momentous decisions, with the hosts of heaven at his command, represented the last chance of the Jews to attain world dominion; but this earthborn Jew, who possessed such tremendous wisdom and power, declined to use his universe endowments either for the aggrandizement of himself or for the enthronement of his people. He saw, as it were, “the kingdoms of this world,” and he possessed the power to take them. The Most Highs of Edentia had resigned all these powers into his hands, but he did not want them. The kingdoms of earth were paltry things to interest the Creator and Ruler of a universe. He had only one objective, the further revelation of God to man, the establishment of the kingdom, the rule of the heavenly Father in the hearts of mankind.
    Η ιδέα των μαχών, των έριδων, και των σφαγών ήταν απωθητική για τον Ιησού¨ δεν θα δεχόταν τίποτα από αυτά. Θα εμφανιζόταν στην γη σαν ο Πρίγκιπας της Ειρήνης για να αποκαλύψει έναν Θεό της αγάπης. Πριν την βάπτισή του είχε πάλι αρνηθεί την προσφορά των Ζηλωτών να τους οδηγήσει σε εξέγερση εναντίον των Ρωμαίων κατακτητών. Και τώρα πήρε την τελική του απόφαση όσον αφορά τις Γραφές που του είχε διδάξει η μητέρα του: «Ο Κύριος μου είπε, είσαι ο Υιός μου¨ σήμερα γεννήθηκες από μένα. Ζήτησέ μου, και θα σου δώσω την κληρονομιά σου ακόμα και τα μακρινότερα μέρη της γης θα είναι δικά σου. Μπορείς να τα σπάσεις με μια σιδερένια ράβδο¨ μπορείς να τα κάνεις κομμάτια σαν το αγγείο ενός αγγειοπλάστη.»
136:9.7 (1522.6) The idea of battle, contention, and slaughter was repugnant to Jesus; he would have none of it. He would appear on earth as the Prince of Peace to reveal a God of love. Before his baptism he had again refused the offer of the Zealots to lead them in rebellion against the Roman oppressors. And now he made his final decision regarding those Scriptures which his mother had taught him, such as: “The Lord has said to me, ‘You are my Son; this day have I begotten you. Ask of me, and I will give you the heathen for your inheritance and the uttermost parts of the earth for your possession. You shall break them with a rod of iron; you shall dash them in pieces like a potter’s vessel.’”
    Ο Ιησούς από την Ναζαρέτ κατάληξε ότι αυτά τα λόγια δεν αναφερόντουσαν σε αυτόν. Στο τέλος, ο ανθρώπινος νους του Υιού του Ανθρώπου ξεκαθάρισε εντελώς όλες αυτές τις Μεσσιανικές δυσκολίες και αντιφάσεις—τις Εβραϊκές γραφές, την διαπαιδαγώγηση των γονέων, τις διδασκαλίες των σαζάνων, τις Ιουδαϊκές προσδοκίες, και τις ανθρώπινες φιλοδοξίες¨ μια για πάντα κατάληξε για την πορεία του. Θα γύριζε στην Γαλιλαία και θα ξεκίναγε ήσυχα την διακήρυξη του βασιλείου και θα εμπιστευόταν τον Πατέρα του (τον Προσωποποιημένο Προσαρμοστή) για την επεξεργασία των λεπτομερειών της πορείας του μέρα με την ημέρα.
136:9.8 (1522.7) Jesus of Nazareth reached the conclusion that such utterances did not refer to him. At last, and finally, the human mind of the Son of Man made a clean sweep of all these Messianic difficulties and contradictions—Hebrew scriptures, parental training, chazan teaching, Jewish expectations, and human ambitious longings; once and for all he decided upon his course. He would return to Galilee and quietly begin the proclamation of the kingdom and trust his Father (the Personalized Adjuster) to work out the details of procedure day by day.
    Με αυτές του τις αποφάσεις ο Ιησούς αποτέλεσε ένα άξιο παράδειγμα για κάθε άτομο σε κάθε κόσμο σε όλο το αχανές σύμπαν όταν αρνήθηκε να εφαρμόσει υλικά μέσα για να επιλύσει πνευματικά προβλήματα, όταν αρνήθηκε κατηγορηματικά να αψηφήσει τους φυσικούς νόμους. Και αποτέλεσε ένα εμπνευσμένο παράδειγμα συμπαντικής πίστης και ηθικής ευγένειας όταν αρνήθηκε να αρπάξει την εφήμερη δύναμη σαν προοίμιο για την πνευματική δόξα
136:9.9 (1523.1) By these decisions Jesus set a worthy example for every person on every world throughout a vast universe when he refused to apply material tests to prove spiritual problems, when he refused presumptuously to defy natural laws. And he set an inspiring example of universe loyalty and moral nobility when he refused to grasp temporal power as the prelude to spiritual glory.
    Αν ο Υιός του Ανθρώπου είχε κάποιες αμφιβολίες για την αποστολή του και την φύση της όταν ανέβηκε σε εκείνους τους λόφους μετά την βάπτισή του, δεν είχε πια καμία όταν γύρισε στους ανθρώπους του μετά από αυτές τις σαράντα μέρες απομόνωσης και αποφάσεων.
136:9.10 (1523.2) If the Son of Man had any doubts about his mission and its nature when he went up in the hills after his baptism, he had none when he came back to his fellows following the forty days of isolation and decisions.
    Ο Ιησούς είχε διαμορφώσει ένα πρόγραμμα για την εγκαθίδρυση της βασιλείας του Πατέρα. Δεν θα φροντίσει την σωματική ικανοποίηση των ανθρώπων. Δεν θα μοιράσει ψωμί στα πλήθη όπως έβλεπε τόσο πρόσφατα να γίνεται στην Ρώμη. Δεν θα τραβήξει την προσοχή πάνω του κάνοντας θαύματα, παρόλο που οι Εβραίοι περιμένουν έναν ακριβώς τέτοιον απελευθερωτή. Ούτε θα επιδιώξει να κερδίσει την αποδοχή ενός πνευματικού μηνύματος με επίδειξη πολιτικής εξουσίας ή εφήμερης δύναμης
136:9.11 (1523.3) Jesus has formulated a program for the establishment of the Father’s kingdom. He will not cater to the physical gratification of the people. He will not deal out bread to the multitudes as he has so recently seen it being done in Rome. He will not attract attention to himself by wonder-working, even though the Jews are expecting just that sort of a deliverer. Neither will he seek to win acceptance of a spiritual message by a show of political authority or temporal power.
    Απορρίπτοντας αυτές τις μεθόδους εξύψωσης του επερχόμενου βασιλείου στα μάτια των όλο προσμονή Εβραίων, ο Ιησούς ήταν σίγουρος ότι αυτοί οι ίδιοι Εβραίοι θα απόρριπταν όλευς τους δικούς του ισχυρισμούς για εξουσία και θεϊκότητα. Γνωρίζοντας όλα αυτά, ο Ιησούς προσπαθούσε για πολύ καιρό να εμποδίσει τους πρώτους οπαδούς του να αναφέρονται σε αυτόν σαν Μεσσία.
136:9.12 (1523.4) In rejecting these methods of enhancing the coming kingdom in the eyes of the expectant Jews, Jesus made sure that these same Jews would certainly and finally reject all of his claims to authority and divinity. Knowing all this, Jesus long sought to prevent his early followers alluding to him as the Messiah.
    Σε όλη την δημόσια προσφορά του βρισκόταν αντιμέτωπος με τρεις επανεμφανιζόμενες καταστάσεις: την ανάγκη για τροφή, την επιμονή για θαύματα, και το τελικό αίτημα να αφήσει τους οπαδούς του να τον κάνουν βασιλιά. Αλλά ο Ιησούς ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τις αποφάσεις που είχε πάρει εκείνες τις μέρες της απομόνωσής του στους λόφους της Περίας.
136:9.13 (1523.5) Throughout his public ministry he was confronted with the necessity of dealing with three constantly recurring situations: the clamor to be fed, the insistence on miracles, and the final request that he allow his followers to make him king. But Jesus never departed from the decisions which he made during these days of his isolation in the Perean hills.

10. Η ΕΚΤΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

10. The Sixth Decision

    Την τελευταία μέρα αυτής της μνημειώδους απομόνωσής του, πριν κατέβει το βουνό για να πάει στον Ιωάννη και τους μαθητές του, ο Υιός του Ανθρώπου πήρε την τελευταία του απόφαση. Και αυτή την απόφαση την μετέφερε στον Προσωποποιημένο Προσαρμοστή με αυτά τα λόγια, «Και σε όλα τα άλλα θέματα, όπως σε αυτές τις αποφάσεις που έχουν τώρα καταγραφεί, σου υπόσχομαι ότι πάντα θα υπακούω στο θέλημα του Πατέρα.» Και όταν είπε αυτά τα λόγια, κατέβηκε από το βουνό. Και το πρόσωπό του έλαμπε με την δόξα του πνευματικού θριάμβου και της ηθικής επίτευξης.
136:10.1 (1523.6) On the last day of this memorable isolation, before starting down the mountain to join John and his disciples, the Son of Man made his final decision. And this decision he communicated to the Personalized Adjuster in these words, “And in all other matters, as in these now of decision-record, I pledge you I will be subject to the will of my Father.” And when he had thus spoken, he journeyed down the mountain. And his face shone with the glory of spiritual victory and moral achievement.



Back to Top